28η Ὀκτωβρίου: Ἐθνική Ἐπέτειος - Μνήμη Ἁγίας Σκέπης τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου
Λόγω τών πολλών θαυμάτων ἀπὸ τὴν Παναγία, ποὺ ἀνέφεραν οἱ Ἕλληνες στρατιώτες στὸν Ἑλληνοϊταλικὸ πόλεμο τὸ 1940, ἡ Ἱερὰ Σύνοδος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος μὲ ἀπόφασή της τὸ 1952, καθιέρωσε νὰ ἑορτάζεται στὶς 28 Ὀκτωβρίου ἡ Ἁγία Σκέπη τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου.
Πώς καθιερώθηκε η γιορτή της αγίας Σκέπης.
Η εορτὴ της Αγιας Σκέπης, τελούνταν απὸ παλαιοτάτων χρόνων τὴν 1η Ὀκτωβρίου, εις ἀνάμνηση του θαύματος το οποίο φανέρωσε η Θεοτόκος στον Όσιο Ανδρέα, κατὰ τη διάρκεια μιας αγρυπνίας στο παρεκκλήσι της «Αγίας Σορού» τού ναού τών Βλαχερνών στὴν Κωνσταντινούπολη.
Στα χρόνια του βασιλέως Λέοντος του Μεγάλου (457-474 μ. Χ.) ζούσε στην Κων/πολη ο όσιος Ανδρέας, ο κατά Χριστόν σαλός. Σαλός είναι ο τρελλός και κατά Χριστόν σαλοί ονομάζονται κάποιοι άγιοι, οι οποίοι κάνανε κάποια περίεργα και παράλογα πράγματα, με απώτερο σκοπό να τους θεωρούν παλαβούς ή παλιανθρώπους και να μη τους τιμούν οι άνθρωποι· και έτσι αυτοί να μπορούν να ζουν εν ταπεινώσει και αφανεία.
Μια νύχτα που γινόταν αγρυπνία στο ναό της Παναγίας των Βλαχερνών, ο όσιος Ανδρέας, μαζί με τον μαθητή του Επιφάνιο (τον μετέπειτα πατριάρχη Κων/πόλεως (520-536 μ. Χ.), είδαν την Υπεραγία Θεοτόκο (οφαλμοφανώς και όχι σε όραμα) να μπαίνει από τὶς βασιλικὲς (κεντρικές) πύλες του ναού και να βαδίζει προς το άγιο θυσιαστήριο. Την συνόδευαν λευκοφορεμένοι οι παρθένοι Άγιοι, μεταξύ των οποίων ξεχώριζαν ὁ Ιωάννης ο Πρόδρομος και ο Ιωάννης ο Θεολόγος, καθώς και πλήθος αγγέλων. Όταν έφθασε στο θυσιαστήριο, γονάτισε και προσευχήθηκε ώρα πολλή, με δάκρυα θερμά, υπέρ της σωτηρίας των πιστών, ενώ την έβλεπαν μόνο ο Ανδρέας και ο Επιφάνιος.
Μόλις ολοκλήρωσε την δέησή της, σηκώθηκε, πήρε μέσα από το ιερό (όπου φυλασσόταν) το μαφόριο της (δηλαδή το τσεμπέρι της) και με μία κίνηση το άπλωσε σαν σκεπὴ επάνω απὸ τὸ εκκλησίασμα, για να δείξει ότι τους σκέπει και τους προστατεύει. Έτσι απλωμένο το έβλεπε για αρκετὴ ώρα ο Όσιος Ανδρέας μαζὶ με τον Επιφάνιο, που τον συνόδευε. Όσο φαινόταν εκεί η Θεοτόκος, φαινόταν και η ιερὴ εσθήτα να σκορπίζει τη Χάρη της. Όταν εκείνη άρχισε νὰ ανεβαίνει προς τον ουρανό, άρχισε και η Θεία Σκέπη να συστέλλεται και σιγὰ – σιγὰ νὰ χάνεται. Τὸ ιερὸ αυτὸ μαφόριο ποὺ φυλασσόταν ἐκεῖ συμβόλιζε τὴν Χάρη καὶ τὴν προστασία ποὺ παρέχει ἡ Παναγία στοὺς πιστοὺς.
Αυτό είναι το γεγονός το οποίο στάθηκε αφορμή η Εκκλησία μας να καθιερώσει την γιορτή της Αγίας Σκέπης δηλαδή τη γιορτή προς τιμή της Παναγίας, η οποία σαν τη φωτοφόρο νεφέλη που σκέπαζε τη μέρα και φώτιζε τη νύχτα τους Ισραηλίτες στην έρημο, σκέπει και προστατεύει το λαό του Θεού και φωτίζει τους πιστούς στο δρόμο για την τελείωση. Πώς μας σκεπάζει και πώς μας προστατεύει η Παναγία μας; Με τις προσευχές της, με τις παρακλήσεις της και με τα δάκρυά της.
Διαβάζουμε: «Τῇ αὕτῃ ἡμέρᾳ τὴν ἀνάμνησιν ποιούμεθα τῆς Ἁγίας Σκέπης τῆς Ὑπεραγίας Δεσποίνης ἡμών Θεοτόκου καὶ Ἀειπαρθένου Μαρίας ἤτοι τού ἱερού αὐτῆς Μαφορίου, τού ἐν τῷ σορῷ τού Ἱερού Ναού τών Βλαχερνών, ὄτε ὁ Ὅσιος Ἀνδρέας ὁ διὰ Χριστὸν σαλὸς κατεῖδεν ἐφηπλωμένην αὐτὴν ἄνωθεν καὶ πάντας τοὺς εὐσεβεῖς περισκέπουσαν».
Μα, θα πεί κανείς, είναι τόσο σημαντικό το ότι η Παναγία μας προσεύχεται για μας, ώστε η Εκκλησία μας να έχει ιδιαίτερη γιορτή γι’ αυτό το γεγονός; Ναι, μάλιστα! Είναι και μεγάλο, και σπουδαίο, και ζωτικής σημασίας! Λέγει κάπου ο ιερός Χρυσόστομος ότι, πάντοτε έχουμε την ανάγκη των προσευχών των άλλων όσο ενάρετοι και ευσεβείς κι αν είμαστε.
Παράδειγμα χαρακτηριστικό γι’ αυτό είναι ο απόστολος Παύλος, αυτός που ανέβηκε μέχρι τρίτου ουρανού κι άκουσε άρρητα ρήματα, αυτός που ονομάσθηκε στόμα Χριστού, αυτός που είχε «νουν Χριστού», αυτός που «αναπλήρωνε τα υστερήματα των θλίψεων του Χριστού στο σώμα του», αυτός λοιπόν ο γίγας της αρετής και της ευσέβειας, πάντα ζητούσε τις προσευχές των χριστιανών. Παρόλο που αυτοί που θα προσεύχονταν για τον Παύλο, δεν ήταν ούτε ανώτεροι, ούτε ισάξιοί του. Μοιάζει σαν να ζητάει σ’ ένα στρατιώτη να μιλήσει στον πρόεδρο της δημοκρατίας για τον στρατηγό. Κι όμως, ο Παύλος όχι μόνο δεν αρνήθηκε τις προσευχές των χριστιανών, αλλά αντίθετα τους προέτρεψε και τους παρακαλούσε να προσεύχονται για κείνον.
Στην προς Ρωμαίους επιστολή του (15,30) γράφει· «Παρακαλώ δε υμάς αδελφοί μου … συναγωνίσασθαί μοι εν ταις προσευχαίς υπέρ εμού προς τον Θεόν». Στους Εφεσίους (6,18-19) συνιστά δέηση περί «πάντων των αγίων» και περί εαυτού. Τους Κολοσσαείς (4,2-3) παροτρύνει «τη προσευχή προσκαρτερείτε … προσευχόμενοι άμα και περί ημών». Τους Θεσσαλονικείς (Α΄ Θεσ. 5,25 · Β΄ Θεσ. 3,1) παρακαλεί «αδελφοί προσεύχεσθε υπέρ ημών».
Όχι δε μόνο ζητά να προσεύχονται γι’ αυτόν και για τους συνεργάτες του, αλλά και πιστεύει ότι ήδη το κάνουν και στις προσευχές τους οφείλει την υγεία του και τη σωτηρία από μεγάλους κινδύνους (πρβλ. Φιλημ. 22 · Β΄ Κορ. 1,10-11).
Αλλά και ο Πέτρος δεν είπε τι μου χρειάζεται η προσευχή των άλλων αφού είμαι απόστολος, αφού ομολόγησα το θεανθρώπινο του Χριστού, αφού πάνω στην ομολογία μου στηρίχθηκε η Εκκλησία. Έτσι όταν ήταν στη φυλακή από τον Ηρώδη Αγρίππα τον Α΄, οι χριστιανοί των Ιεροσολύμων προσευχόταν γι’ αυτόν με αποτέλεσμα να τον ελευθερώσει άγγελος Κυρίου κατά θαυμαστόν τρόπο.
Λοιπόν, ακόμα κι αν είσαι Παύλος, ακόμα κι αν είσαι Πέτρος έχεις ανάγκη των προσευχών των άλλων και μάλιστα των αγίων και μάλιστα της Παναγίας. Βέβαια οι αιρετικοί διαφωνούν στο σημείο αυτό και λένε να προσευχόμαστε κατ’ ευθείαν στο Θεό και όχι να επιζητούμε τις δεήσεις των αγίων. Ήδη τα παραδείγματα που αναφέραμε δίδουν την απάντηση, γιατί, αν μας χρειάζονται οι προσευχές των ζώντων και μη τελειωθέντων αδελφών μας, πόσο περισσότερο ωφέλιμες είναι οι προσευχές των αγίων. Ας αναφέρουμε όμως κι ένα χωρίο που είναι χαρακτηριστικό για το πόσο αναγκαία είναι η δέηση των δικαίων ζώντων και τεθνεώτων. Στον Αβιμέλεχ ένα βασιλιά της Αιγύπτου, που είχε υποπέσει σ’ ένα σοβαρό παράπτωμα, ο Θεός του είπε να προσφύγει στον Αβραάμ, που ήταν τότε στην Αίγυπτο, και να ζητήσει την προσευχή του. «Προφήτης εστί και προσεύξεται περί σου και ζήση» (Γεν. 20,7).
Πώς είναι ωφέλιμη η προσευχή των Aγίων
Έτσι ενώ ο Ιερεμίας προσευχήθηκε τρεις φορές για τους Εβραίους και στις τρεις φορές άκουσε το Θεό να λέγει· «Μη προσεύχου, μηδέ αξίου περί του λαού τούτου ότι ουκ εισακούσομαί σου» (7,16). Και ο Ιεζεκιήλ άκουσε το εξής· «και εάν ώσιν (είναι) οι τρεις ούτοι εν μέσω αυτής, Νώε και Δανιήλ και Ιώβ, αυτοί εν τη δικαιοσύνη αυτών σωθήσονται … η δε γη έσται εις όλεθρον» (14, 14-16). Και στον Ιερεμία είπε ο Θεός· «εάν στη (σταθεί) Μωσής και Σαμουήλ προ προσώπου μου, ουκ έστιν η ψυχή μου προς αυτούς» (15,1). Και τα λέγει αυτά ο Θεός στον Ιερεμία και στον Ιεζεκιήλ για να τους δείξει όχι ότι δεν δέχεται την ικεσία τους και τους περιφρονεί, αλλά δεν αξίζουν οι Ιουδαίοι για να τους βοηθήσει. Γι’ αυτό και αναφέρει τα ονόματα του Νώε, του Δανιήλ, του Ιώβ, του Μωϋσή, και του Σαμουήλ, που είχαν καθιερωθεί ως άγιοι μεγάλου βεληνεκούς, θεοπρόβλητοι και θεάρεστοι. Είναι σαν να λέγει ο Θεός σήμερα· «Ακόμη και η Παναγία και οι απόστολοι και ο Χρυσόστομος και ο Αθανάσιος να προσευχηθούν για σας, δεν σας βοηθώ. Η κακία σας είναι απροσμέτρητη και φοβερή.
Είναι χαρακτηριστική και η λεπτομέρεια ότι η Παναγία μας άπλωσε το μαφόριο της εντός του ναού και σκέπασε όσους αγρυπνούσαν και προσευχόταν. Θέλει να πει ότι πρέπει να έχουμε ουσιαστική σχέση με την Εκκλησία για να μας σκεπάσει με τις πρεσβείες της.
Την έχουμε αυτή τη σχέση; Πηγαίνουμε στην Εκκλησία, κοινωνούμε, εξομολογούμαστε, αγρυπνούμε, νηστεύουμε, ελεούμε, συγχωρούμε, προσπαθούμε να τηρήσουμε τις εντολές;
Ο καθένας μας ας ρωτήσει τον εαυτό του και ας δώσει προσωπικά και υπεύθυνα την απάντηση.
Αρχιμ. Μελέτιος Βαδραχάνης
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.
Κοντάκιον. Ἦχος πλ. δ’. Τῇ ὑπερμάχῳ.
τῆς Ἐκκλησίας τὰ πληρώματα Πανάχραντε,
ἐν τῇ πόλει πάλαι ὤφθης τῇ βασιλίδι.
Ἀλλ’ ὡς σκέπη τοῦ λαοῦ σου καὶ ὑπέρμαχος,
περισκέπασον ἡμᾶς ἐκ πάσης θλίψεως
τοὺς κραυγάζοντας, χαῖρε Σκέπη ὁλόφωτε.
Μεγαλυνάριον.