Ὃσιος Ἰουστίνος Πόποβιτς: Ἡ ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ

Η ΠΙΣΤΗ τῶν χριστιανῶν ἀπό τήν ἵδρυση τῆς Ἐκκλησίας εἶναι θεμελιωμένη στήν ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ. Ὁ ἀπόστολος Παῦλος εἶναι κατηγορηματικός: « Εἰ Χριστὸς οὐκ ἐγήγερται, κενὸν ἄρα τὸ κήρυγμα ἡμῶν, κενὴ δὲ καὶ ἡ πίστις ὑμῶν» (Α΄ Κορ. 15:14). Πράγματι, ἄν ὁ Χριστός δέν ἀναστήθηκε, τότε οὔτε τό κήρυγμα τῶν ἀποστόλων ἔχει νόημα οὔτε ἡ ἴδια ἡ πίστη μας.
Ἀλλά ὁ Κύριος πραγματικά ἀναστήθηκε καί μέχρι τήν ἔνδοξη ἀνάληψή Του στούς οὐρανούς ἐπανειλημμένα καί μέ πολλές ἀποδείξεις παρουσιάστηκε ζωντανός σέ ἑκατοντάδες ἀνθρώπους, μέ τούς ὁποίους συνομιλοῦσε ἤ ἀκόμα καί ἔτρωγε (βλ. Πράξ. 1:1-5, Α΄ Κορ. 15:3-8). Ὅλοι αὐτοί, ἄνδρες καί γυναῖκες, ἔγιναν στή συνέχεια ἐνθουσιώδεις διαλαλητές τοῦ ἀνεπανάληπτου γεγονότος σ’ ὅλον τόν κόσμο.

Τήν ἔγερση τοῦ Κυρίου ἀπό τούς νεκρούς ἐπιμαρτυρεῖ, βέβαια, καί ὁλόκληρη ἡ ἱστορία τῆς Ἐκκλησίας, ἱστορία ὑπεράνθρωπων θυσιῶν καί ἐκπληκτικῶν θαυμάτων, πού πραγματοποιήθηκαν καί ἐξακολουθοῦν νά πραγματοποιοῦνται, εἴκοσι αἰῶνες τώρα, ἀπό τούς πιστούς τοῦ ἀναστημένου Ἰησοῦ.

Ἔτσι, πράγματι «δέν ὑπάρχει οὔτε ἕνα γεγονός ὄχι μόνο στό Εὐαγγέλιο ἀλλά καί σ’ ὁλόκληρη τήν ἱστορία τοῦ ἀνθρώπινου γένους, πού νά εἶναι μαρτυρημένο μέ τρόπο τόσο δυνατό, τόσο ἀπρόσβλητο, τόσο ἀναμφισβήτητο, ὅσο ἡ ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ», ὅπως δίκαια διαπιστώνει ὁ μεγάλος Σέρβος πατέρας τῆς Ἐκκλησίας ὅσιος Ἰουστίνος Πόποβιτς (1894-1979) σ’ ἕνα ὑπέροχο κείμενό του μέ τόν τίτλο «Καταδικασμένοι» νά εἶναι ἀθάνατοι, τό ὁποῖο δημοσιεύουμε στίς ἑπόμενες σελίδες. Καί, τό σπουδαιότερο, ἐπισημαίνει ὅτι, ἀφότου ὁ Χριστός νίκησε τόν θάνατο, ἐξουδετερώνοντας τό «κεντρί» του, πού εἶναι ἡ ἁμαρτία (βλ. Α΄ Κορ. 15:56), κάθε ἄνθρωπος μπορεῖ διά τοῦ Χριστοῦ νά νικήσει τόν θάνατο. Πῶς; Νικώντας τήν ἁμαρτία μέ διαρκή πνευματικό ἀγώνα, σύμφωνα μέ τό Εὐαγγέλιο τοῦ ἀναστημένου Κυρίου, καί μέσα στό θεανθρώπινο σῶμα Του, τήν Ἐκκλησία. Κι αὐτό γιατί ἡ νίκη τοῦ Χριστοῦ ἐπί τοῦ θανάτου πραγματοποιήθηκε γιά χάρη ὅλων τῶν ἀνθρώπων.

Ὁ Θεάνθρωπος, ἄλλωστε, εἶναι ὁ πρῶτος ἀναστημένος ἄνθρωπος, ἀλλά ὄχι ὁ μόνος. Μέ τήν ἀνάστασή Του ἔκανε τήν ἀρχή γιά τήν ἀνάσταση ὅλων τῶν νεκρῶν, ἀνάσταση πού θά πραγματοποιηθεῖ μετά τό τέλος τῆς ἱστορίας τοῦ κόσμου τούτου, κατά τή Δευτέρα Παρουσία Του.

Κοντολογίς, ὁ ὅσιος Ἰουστίνος μέ τόν χαρακτηριστικό του λόγο, λόγο πάντοτε πρωτότυπο, ρωμαλέο καί συναρπαστικό, μᾶς δείχνει τόν μοναδικό δρόμο πρός τήν ἀκατάλυτη βασιλεία τοῦ ἀναστημένου Χριστοῦ καί τῶν ἀναστημένων ἀνθρώπων, τόν μοναδικό δρόμο πρός τόν καινούργιο κόσμο τῆς ἀθανασίας καί τῆς αἰώνιας ζωῆς.
Ἄς τόν ἀκολουθήσουμε!

Ἡ ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ

ΟΙ ΑΝΘΡΩΠΟΙ καταδίκασαν τόν Θεό σέ θάνατο. Ὁ Θεός, ὅμως, μέ τήν ἀνάστασή Του, «καταδικάζει» τούς ἀνθρώπους σέ ἀθανασία. Στά χτυπήματά τους ἀνταποδίδει ἀσπασμούς, στίς βλασφημίες εὐλογίες, στόν θάνατο ἀθανασία. Ποτέ δέν ἔδειξαν οἱ ἄνθρωποι τόσο μίσος πρός τόν Θεό, ὅσο ὅταν Τόν σταύρωσαν· καί ποτέ δέν ἔδειξε ὁ Θεός τόση ἀγάπη πρός τούς ἀνθρώπους, ὅση ὅταν ἀναστήθηκε.

Οἱ ἄνθρωποι ἤθελαν νά κάνουν τόν Θεό θνητό, ἀλλά ὁ Θεός, μέ τήν ἀνάστασή Του, ἔκανε τούς ἀνθρώπους ἀθάνατους. Ἀναστήθηκε ὁ σταυρωμένος Θεός καί θανάτωσε τόν θάνατο. Ὁ θάνατος δέν ὑπάρχει πιά. Ἡ ἀθανασία πλημμύρισε τόν ἄνθρωπο καί ὅλους τούς κόσμους του.

Μέ τήν ἀνάσταση τοῦ Θεανθρώπου ἡ ἀνθρώπινη φύση ὁδηγήθηκε ὁριστικά στήν ὁδό τῆς ἀθανασίας κι ἔγινε φοβερή καί γιά τόν ἴδιο τόν θάνατο. Πρίν ἀπό τήν ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ ὁ θάνατος ἦταν φοβερός γιά τόν ἄνθρωπο· μετά τήν ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ, ὅμως, ὁ ἄνθρωπος ἔγινε φοβερός γιά τόν θάνατο.

Ὁ ἄνθρωπος, ἄν ζεῖ μέ τήν πίστη στόν ἀναστημένο Θεάνθρωπο, ξεπερνᾶ τόν θάνατο. Γίνεται ἀπρόσβλητος ἀπό τόν θάνατο. Ὁ θάνατος ὑποτάσσεται κάτω ἀπό τά πόδια του. «Ποῦ εἶναι, θάνατε, τό κεντρί σου; Ποῦ εἶναι, ἅδη, ἡ νίκη σου;» (Α΄ Κορ. 15:55). Ἔτσι, ὅταν πεθαίνει ὁ ἐν Χριστῷ ἄνθρωπος, ἀφήνει ἁπλῶς τό ἔνδυμα τοῦ σώματός του, γιά νά τό ντυθεῖ πάλι τήν ἡμέρα τῆς Δευτέρας Παρουσίας.

Μέχρι τήν ἀνάσταση τοῦ Θεανθρώπου Χριστοῦ ὁ θάνατος ἦταν ἡ δεύτερη φύση τοῦ ἀνθρώπου· ἡ πρώτη ἦταν ἡ ζωή καί ὁ θάνατος ἡ δεύτερη. Ὁ ἄνθρωπος εἶχε συνηθίσει τόν θάνατο ὡς κάτι τό φυσικό. Ἀλλά μέ τήν ἀνάστασή Του ὁ Κύριος ἄλλαξε τά πάντα: Ἡ ἀθανασία ἔγινε ἡ δεύτερη φύση τοῦ ἀνθρώπου, ἔγινε κάτι τό φυσικό στόν ἄνθρωπο, ἐνῶ τό ἀφύσικο ἔγινε ὁ θάνατος. Ὅπως μέχρι τήν ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ ἦταν φυσικό γιά τούς ἀνθρώπους τό νά εἶναι θνητοί, ἔτσι μετά τήν ἀνάστασή Του ἔγινε φυσική γι’ αὐτούς ἡ ἀθανασία.

Μέ τήν ἁμαρτία ὁ ἄνθρωπος ἔγινε θνητός καί πρόσκαιρος· μέ τήν ἀνάσταση τοῦ Θεανθρώπου γίνεται ἀθάνατος καί αἰώνιος. Σ’ αὐτό ἀκριβῶς βρίσκεται ἡ δύναμη τῆς ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ. Καί γι’ αὐτό, χωρίς τήν ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ δέν θά ὑπῆρχε κάν ὁ Χριστιανισμός. Ἀνάμεσα στά θαύματα ἡ ἀνάσταση τοῦ Κυρίου εἶναι τό μεγαλύτερο θαῦμα. Ὅλα τ’ ἄλλα θαύματα πηγάζουν ἀπ’ αὐτό καί συνοψίζονται σ’ αὐτό. Ἀπ’ αὐτό ἀπορρέουν καί ἡ πίστη καί ἡ ἀγάπη καί ἡ ἐλπίδα καί ἡ προσευχή καί ἡ εὐσέβεια.

Οἱ δραπέτες μαθητές τοῦ Ἰησοῦ, ἐκεῖνοι πού ἔφυγαν μακριά Του, ὅταν Αὐτός πέθαινε, πῆγαν πάλι κοντά Του, ὅταν Αὐτός ἀναστήθηκε. Καί ὁ Ρωμαῖος ἑκατόνταρχος, ὅταν εἶδε τόν Χριστό νά ἀνασταίνεται ἀπό τόν τάφο, Τόν ὁμολόγησε Υἱό τοῦ Θεοῦ. Μέ τόν ἴδιο τρόπο καί ὅλοι οἱ πρῶτοι χριστιανοί ἔγιναν χριστιανοί, ἀκριβῶς ἐπειδή ὁ Χριστός ἀναστήθηκε, νίκησε τόν θάνατο. Αὐτό εἶναι ἐκεῖνο πού καμιά ἄλλη θρησκεία δέν τό ἔχει· αὐτό εἶναι ἐκεῖνο πού ἀνυψώνει τόν Κύριο πάνω ἀπ’ ὅλους τούς ἀνθρώπους καί ὅλους τούς θεούς· αὐτό εἶναι ἐκεῖνο πού μέ τρόπο μοναδικό καί ἀναμφισβήτητο ἀποδεικνύει ὅτι ὁ Ἰησοῦς Χριστός εἶναι ὁ μόνος ἀληθινός Θεός καί Κύριος σ’ ὅλους τούς ὁρατούς καί ἀόρατους κόσμους.

Χάρη στήν ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ, χάρη στή νίκη Του ἐπί τοῦ θανάτου, οἱ ἄνθρωποι γίνονταν, γίνονται καί θά γίνονται πάντοτε χριστιανοί. Ὅλη ἡ ἱστορία τοῦ Χριστιανισμοῦ δέν εἶναι τίποτ’ ἄλλο παρά ἱστορία ἑνός καί μοναδικοῦ θαύματος, τοῦ θαύματος τῆς ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ. Αὐτό τό θαῦμα συνεχίζεται διαρκῶς σ’ ὅλες τίς καρδιές τῶν χριστιανῶν ἀπό μέρα σέ μέρα, ἀπό χρόνο σέ χρόνο, ἀπό αἰώνα σέ αἰώνα μέχρι τή Δευτέρα Παρουσία.

Ὁ ἄνθρωπος γεννιέται ἀληθινά ὄχι ὅταν τόν φέρει στόν κόσμο ἡ μητέρα του, ἀλλά ὅταν πιστέψει στόν ἀναστημένο Σωτήρα Χριστό, γιατί τότε γεννιέται στήν ἀθάνατη καί αἰώνια ζωή, ἐνῶ ἡ μητέρα γεννᾶ τό παιδί γιά τόν θάνατο καί τόν τάφο. Ἡ ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ εἶναι ἡ μητέρα ὅλων μας, ἡ μητέρα τῶν χριστιανῶν, ἡ μητέρα τῶν ἀθανάτων. Μέ τήν πίστη στήν ἀνάσταση τοῦ Κυρίου, γεννιέται πάλι ὁ ἄνθρωπος, γεννιέται γιά τήν αἰωνιότητα.

“Αὐτό εἶναι ἀδύνατο!”, παρατηρεῖ ὁ σκεπτικιστής. Καί ὁ ἀναστημένος Θεάνθρωπος ἀπαντᾶ: «Ὅλα εἶναι δυνατά γι’ αὐτόν πού πιστεύει» (Μάρκ. 9:23). Καί ποιός πιστεύει; Ἐκεῖνος πού μ’ ὅλη του τήν καρδιά, μ’ ὅλη του τήν ψυχή, μ’ ὅλο του τό εἶναι ζεῖ σύμφωνα μέ τό Εὐαγγέλιο τοῦ ἀναστημένου Κυρίου Ἰησοῦ.

Ἡ πίστη μας, δηλαδή ἡ πίστη στόν ἀναστημένο Κύριο, εἶναι ἡ νίκη μέ τήν ὁποία νικᾶμε τόν θάνατο. «Ποῦ εἶναι, θάνατε, τό κεντρί σου;… Τό κεντρί τοῦ θανάτου εἶναι ἡ ἁμαρτία» (Α΄ Κορ. 15:55-56). Μέ τήν ἀνάστασή Του ὁ Κύριος ἐξουδετέρωσε τό κεντρί τοῦ θανάτου. Ὁ θάνατος εἶναι ὁ ὄφις, καί ἡ ἁμαρτία εἶναι τό κεντρί του. Μέ τήν ἁμαρτία ὁ θάνατος χύνει τό δηλητήριο στήν ψυχή καί στό σῶμα τοῦ ἀνθρώπου. Ὅσο περισσότερες ἁμαρτίες ἔχει ὁ ἄνθρωπος, τόσο περισσότερα εἶναι τά κεντριά μέ τά ὁποῖα ὁ θάνατος χύνει τό δηλητήριό του σ’ αὐτόν.

Ὅταν ἡ σφήκα κεντρίσει τόν ἄνθρωπο, αὐτός κάνει ὅ,τι μπορεῖ γιά νά βγάλει τό κεντρί ἀπό τό σῶμα του. Ὅταν τόν κεντρίσει ἡ ἁμαρτία −τό κεντρί αὐτό τοῦ θανάτου− τί πρέπει νά κάνει; Πρέπει μέ τήν πίστη καί τήν προσευχή νά ἐπικαλεστεῖ τόν ἀναστημένο Σωτήρα Χριστό, γιά νά βγάλει Αὐτός τό κεντρί τοῦ θανάτου ἀπό τήν ψυχή του. Καί θά τό κάνει, γιατί εἶναι Θεός τοῦ ἐλέους καί τῆς ἀγάπης. Ὅταν πολλές σφῆκες πέσουν πάνω στό σῶμα τοῦ ἀνθρώπου καί τόν καταπληγώσουν μέ τά κεντριά τους, τότε ὁ ἄνθρωπος δηλητηριάζεται καί πεθαίνει. Τό ἴδιο γίνεται καί μέ τήν ψυχή τοῦ ἀνθρώπου, ὅταν τήν πληγώσουν τά κεντριά πολλῶν ἁμαρτιῶν. Βρίσκει τότε αὐτός τόν θάνατο πού δέν ἔχει ἀνάσταση.

Ὁ ἄνθρωπος νικώντας διά τοῦ Χριστοῦ τήν ἁμαρτία μέσα του, νικᾶ τόν θάνατο. Ἄν περάσει μία μέρα, κι ἐσύ δέν ἔχεις νικήσει οὔτε μία ἁμαρτία σου, νά ξέρεις ὅτι ἔγινες περισσότερο θνητός. Ἄν, ὅμως, νικήσεις μία ἤ δυό ἤ τρεῖς ἁμαρτίες σου, ἔγινες πιό νέος, μέ τή νιότη πού δέν γερνᾶ, τή νιότη τήν ἀθάνατη καί αἰώνια!

Ἄς μήν τό ξεχνᾶμε ποτέ: Τό νά πιστεύει κανείς στόν ἀναστημένο Χριστό σημαίνει ν’ ἀγωνίζεται διαρκῶς ἐναντίον τῆς ἁμαρτίας, τοῦ κακοῦ καί τῶν παθῶν, γνωρίζοντας ὅτι ἔτσι ἀγωνίζεται γιά τήν ἀθανασία καί τήν αἰώνια ζωή. Γιατί, ἄν δέν ἀγωνίζεται γιά τήν ἀθανασία καί τήν αἰωνιότητα, τότε ἡ πίστη του εἶναι μάταιη! Ἄν μέ τήν πίστη στόν Χριστό δέν φθάνει κανείς στήν ἀθανασία καί τή νίκη ἐπί τοῦ θανάτου, τότε τί νόημα ἔχει αὐτή ἡ πίστη;

Ἄν ὁ Χριστός δέν ἀναστήθηκε, αὐτό σημαίνει πώς ἡ ἁμαρτία καί ὁ θάνατος δέν ἔχουν νικηθεῖ. Κι ἄν αὐτά τά δυό δέν ἔχουν νικηθεῖ, τότε γιατί νά πιστεύει κανείς στόν Χριστό; Ἐκεῖνος, ὅμως, πού μέ τήν πίστη στόν ἀναστημένο Χριστό ἀγωνίζεται ἐναντίον κάθε ἁμαρτίας του, αὐτός ἐνισχύει βαθμιαῖα μέσα του τήν αἴσθηση ὅτι ὁ Κύριος πράγματι ἀναστήθηκε, πράγματι ἐξουδετέρωσε τό κεντρί τοῦ θανάτου, πράγματι νίκησε τόν θάνατο σ’ ὅλα τά μέτωπα.

Ἡ ἁμαρτία σιγά-σιγά μικραίνει τήν ψυχή τοῦ ἀνθρώπου, τή φέρνει κοντά στόν θάνατο, τή μεταβάλλει ἀπό ἀθάνατη σέ θνητή, ἀπό ἄφθαρτη καί ἄπειρη σέ φθαρτή καί πεπερασμένη. Ὅσο περισσότερες ἁμαρτίες ἔχει ὁ ἄνθρωπος, τόσο περισσότερο θνητός εἶναι. Καί ἄν δέν αἰσθάνεται τόν ἑαυτό του ἀθάνατο, εἶναι φανερό ὅτι βρίσκεται ὁλόκληρος βυθισμένος στίς ἁμαρτίες, σέ σκέψεις μυωπικές, σέ αἰσθήματα νεκρωμένα. Ὁ Χριστιανισμός εἶναι μία κλήση σέ ἀγώνα ἐναντίον τοῦ θανάτου ὥς τήν ἔσχατη πνοή, δηλαδή ὥς τήν τελική νίκη τῆς ζωῆς. Κάθε ἁμαρτία ἀποτελεῖ μία ὑποχώρηση, κάθε πάθος ἀποτελεῖ μία προδοσία, κάθε κακία ἀποτελεῖ μία ἥττα.

Δέν πρέπει ν’ ἀναρωτιέται κανείς γιατί καί οἱ χριστιανοί πεθαίνουν σωματικά. Αὐτό συμβαίνει, ἐπειδή ὁ θάνατος τοῦ σώματος εἶναι μία σπορά. Σπέρνεται σῶμα θνητό, λέει ὁ ἀπόστολος Παῦλος, καί βλαστάνει, μεγαλώνει, γίνεται σῶμα ἀθάνατο (πρβλ. Α΄ Κορ. 15:42 κ.ἑ.). Ὅπως ὁ σπόρος πού σπείρεται στή γῆ, ἔτσι καί τό σῶμα πού ἐνταφιάζεται στή γῆ διαλύεται, γιά νά τό ζωοποιήσει καί νά τό τελειοποιήσει τό Ἅγιο Πνεῦμα. Ἄν ὁ Κύριος Ἰησοῦς δέν εἶχε ἀναστήσει τό σῶμα, σέ τί θά εἶχε ὠφελήσει τόν ἄνθρωπο, ἐφόσον δέν θά τόν εἶχε σώσει ὁλόκληρο; Ἄν δέν ἀνέστησε τό σῶμα, τότε γιατί σαρκώθηκε, γιατί πῆρε τό ἀνθρώπινο σῶμα, ἀφοῦ δέν τοῦ ἔδωσε τίποτε ἀπό τή θεότητά Του;

Ἄν ὁ Χριστός, λοιπόν, δέν ἀναστήθηκε, γιατί τότε νά πιστεύει κανείς σ’ Αὐτόν; Ὁμολογῶ εἰλικρινά ὅτι ἐγώ ποτέ δέν θά πίστευα στόν Χριστό, ἄν δέν εἶχε ἀναστηθεῖ καί δέν εἶχε νικήσει τόν θάνατο, τόν μεγαλύτερο ἐχθρό μας. Ἀλλά ὁ Χριστός ἀναστήθηκε καί μᾶς χάρισε τήν ἀθανασία.

Χωρίς αὐτή τήν ἀλήθεια, ὁ κόσμος μας εἶναι μόνο μία χαώδης ἔκθεση ἀποτρόπαιων ἀνοησιῶν. Μόνο μέ τήν ἔνδοξη ἀνάστασή Του ὁ θαυμαστός Κύριος καί Θεός μας μᾶς ἐλευθέρωσε ἀπό τό παράλογο καί τήν ἀπελπισία. Γιατί χωρίς τήν ἀνάσταση δέν ὑπάρχει οὔτε στόν οὐρανό οὔτε κάτω ἀπό τόν οὐρανό τίποτα πιό παράλογο ἀπό τόν κόσμο τοῦτο· χωρίς τήν ἀνάσταση, ἐπίσης, δέν ὑπάρχει μεγαλύτερη ἀπελπισία ἀπό τή ζωή τούτη, ζωή δίχως ἀθανασία. Γι’ αὐτό σ’ ὅλους τούς κόσμους δέν ὑπάρχει περισσότερο δυστυχισμένη ὕπαρξη ἀπό τόν ἄνθρωπο πού δέν πιστεύει στήν ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ καί στήν ἀνάσταση τῶν νεκρῶν (πρβλ. Α΄ Κορ. 15:19). «Θά’ ταν καλύτερα νά μή γεννιόταν ὁ ἄνθρωπος ἐκεῖνος» (Ματθ. 26:24).

Στόν ἀνθρώπινο κόσμο μας ὁ θάνατος εἶναι τό μεγαλύτερο βάσανο καί ἡ πιό φρικιαστική ἀπανθρωπιά. Ἡ ἀπελευθέρωση ἀπ’ αὐτό τό βάσανο καί ἀπ’ αὐτή τήν ἀπανθρωπιά εἶναι ἀκριβῶς ἡ σωτηρία. Τέτοια σωτηρία δώρισε στό ἀνθρώπινο γένος μόνο ὁ Νικητής τοῦ θανάτου −ὁ ἀναστημένος Θεάνθρωπος. Αὐτός μᾶς ἀποκάλυψε μέ τήν ἀνάστασή Του ὅλο τό μυστήριο τῆς σωτηρίας μας. Σωτηρία σημαίνει τό νά ἐξασφαλιστεῖ γιά τό σῶμα καί τήν ψυχή ἀθανασία καί αἰώνια ζωή. Καί πῶς κατορθώνεται αὐτό; Μόνο μέ τή θεανθρώπινη ζωή, τή νέα ζωή μέ τόν ἀναστημένο καί γιά τόν ἀναστημένο Χριστό!

Γιά μᾶς τούς χριστιανούς ἡ ἐπίγεια ζωή εἶναι σχολεῖο, στό ὁποῖο μαθαίνουμε πῶς νά ἐξασφαλίσουμε τήν ἀθανασία καί τήν αἰώνια ζωή. Γιατί σέ τί μᾶς ὠφελεῖ ἡ παρούσα ζωή, ἄν μ’ αὐτήν δέν μποροῦμε ν’ ἀποκτήσουμε τήν αἰώνια; Ἀλλά γιά ν’ ἀναστηθεῖ μαζί μέ τόν Χριστό ὁ ἄνθρωπος, πρέπει πρῶτα νά πεθάνει μαζί Του καί νά ζήσει τή ζωή τοῦ Χριστοῦ σάν δική του. Ἄν τό κάνει αὐτό, τότε τήν ἡμέρα τῆς Ἀναστάσεως θά μπορέσει μαζί μέ τόν ἅγιο Γρηγόριο τόν Θεολόγο νά πεῖ: «Χθές σταυρώθηκα μαζί μέ τόν Χριστό, σήμερα δοξάζομαι μαζί Του· χθές νεκρώθηκα μαζί Του, σήμερα ζωοποιοῦμαι μαζί Του· χθές ἐνταφιάστηκα μαζί Του, σήμερα ἀνασταίνομαι μαζί Του».

Σέ τέσσερις μόνο λέξεις συνοψίζονται καί τά τέσσερα Εὐαγγέλια τοῦ Χριστοῦ:

Χριστός Ἀνέστη!

Ἀληθῶς Ἀνέστη!

Σέ καθεμιά ἀπ’ αὐτές τίς λέξεις βρίσκεται ἀπό ἕνα Εὐαγγέλιο. Καί στά τέσσερα Εὐαγγέλια βρίσκεται ὅλο τό νόημα ὅλων τῶν κόσμων τοῦ Θεοῦ, τῶν ὁρατῶν καί τῶν ἀοράτων. Καί ὅταν ὅλα τά αἰσθήματα τοῦ ἀνθρώπου καί ὅλες οἱ σκέψεις του συγκεντρωθοῦν στή βροντή τοῦ πασχαλινοῦ αὐτοῦ χαιρετισμοῦ, «Χριστός Ἀνέστη!», τότε ἡ χαρά τῆς ἀθανασίας συγκλονίζει ὅλα τά ὄντα, καί αὐτά μέ ἀγαλλίαση ἀπαντοῦν, ἐπιβεβαιώνοντας τό πασχαλινό θαῦμα: «Ἀληθῶς Ἀνέστη!».

Ναί. «Ἀληθῶς Ἀνέστη ὁ Κύριος!». Καί μάρτυρες τῆς ἀναστάσεώς Του εἴμαστε ὅλοι, καί ἐσύ καί ἐγώ καί κάθε χριστιανός, ἀρχίζοντας ἀπό τούς ἁγίους ἀποστόλους μέχρι καί τή Δευτέρα Παρουσία. Γιατί μόνο ἡ δύναμη τοῦ ἀναστημένου Θεανθρώπου Χριστοῦ μπόρεσε νά δώσει −καί συνεχῶς δίνει καί συνεχῶς θά δίνει− τή δύναμη σέ κάθε χριστιανό, ἀπό τόν πρῶτο μέχρι τόν τελευταῖο, νά νικήσει καθετί τό θνητό καί τόν ἴδιο τόν θάνατο, νά νικήσει καθετί τό ἁμαρτωλό καί τήν ἴδια τήν ἁμαρτία, νά νικήσει καθετί τό διαβολικό καί τόν ἴδιο τόν διάβολο. Μόνο μέ τήν ἀνάστασή Του ὁ Κύριος ἔδειξε καί ἀπέδειξε, μέ τόν πιό πειστικό τρόπο, πώς ἡ ζωή Του εἶναι Αἰώνια Ζωή, πώς ἡ ἀλήθεια Του εἶναι Αἰώνια Ἀλήθεια, πώς ἡ ἀγάπη Του εἶναι Αἰώνια Ἀγάπη, πώς ἡ ἀγαθότητά Του εἶναι Αἰώνια Ἀγαθότητα, πώς ἡ χαρά Του εἶναι Αἰώνια Χαρά. Ἔδειξε καί ἀπέδειξε, ἐπίσης, πώς ὅλα αὐτά τά δίνει Ἐκεῖνος σέ κάθε χριστιανό καί σ’ ὅλες τίς ἐποχές, σύμφωνα μέ τήν ἀπαράμιλλη φιλανθρωπία Του.

Ἐπιπλέον, δέν ὑπάρχει οὔτε ἕνα γεγονός ὄχι μόνο στό Εὐαγγέλιο ἀλλά καί σ’ ὁλόκληρη τήν ἱστορία τοῦ ἀνθρώπινου γένους, πού νά εἶναι μαρτυρημένο μέ τρόπο τόσο δυνατό, τόσο ἀπρόσβλητο, τόσο ἀναμφισβήτητο, ὅσο ἡ ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ. Ἀναμφίβολα, ὁ Χριστιανισμός σ’ ὅλη του τήν ἱστορική πραγματικότητα εἶναι θεμελιωμένος στό γεγονός τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ, δηλαδή στήν αἰώνια ζωντανή Ὑπόσταση τοῦ Θεανθρώπου Χριστοῦ. Αὐτό τό μαρτυρεῖ ὅλη ἡ μακραίωνη καί πάντοτε θαυματουργική ἱστορία τοῦ Χριστιανισμοῦ.

Ἄν ὑπάρχει ἕνα γεγονός στό ὁποῖο θά μποροῦσαν νά συνοψιστοῦν ὅλα τά γεγονότα ἀπό τή ζωή τοῦ Κυρίου, τῶν ἀποστόλων καί, γενικά, ὁλόκληρου τοῦ Χριστιανισμοῦ, τό γεγονός αὐτό εἶναι ἡ ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ. Καί ἄν ὑπάρχει μία ἀλήθεια στήν ὁποία θά μποροῦσαν νά συνοψιστοῦν ὅλες οἱ εὐαγγελικές ἀλήθειες, ἡ ἀλήθεια αὐτή εἶναι ἡ ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ. Καί ἄν ὑπάρχει μία πραγματικότητα στήν ὁποία θά μποροῦσαν νά συνοψιστοῦν ὅλες οἱ καινοδιαθηκικές πραγματικότητες, ἡ πραγματικότητα αὐτή εἶναι ἡ ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ. Καί ἄν ὑπάρχει, τέλος, ἕνα εὐαγγελικό θαῦμα στό ὁποῖο θά μποροῦσαν νά συνοψιστοῦν ὅλα τά καινοδιαθηκικά θαύματα, τό θαῦμα αὐτό εἶναι ἡ ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ. Γιατί μόνο μέσα στό φῶς τῆς ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ ἀναδεικνύονται θαυμαστά μέ κάθε σαφήνεια καί τό πρόσωπο τοῦ Θεανθρώπου καί τό ἔργο Του. Μόνο μέ τήν ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ ἐξηγοῦνται πλήρως ὅλα τά θαύματα τοῦ Θεανθρώπου, ὅλες οἱ ἀλήθειές Του, ὅλα τά λόγια Του, ὅλα τά γεγονότα τῆς Καινῆς Διαθήκης.

Μέχρι τήν ἀνάστασή Του ὁ Κύριος δίδασκε γιά τήν αἰώνια ζωή, ἀλλά μέ τήν ἀνάστασή Του ἔδειξε ὅτι ὁ Ἴδιος εἶναι πράγματι ἡ αἰώνια ζωή. Μέχρι τήν ἀνάστασή Του δίδασκε γιά τήν ἀνάσταση τῶν νεκρῶν, ἀλλά μέ τήν ἀναστασή Του ἔδειξε ὅτι ὁ Ἴδιος εἶναι πράγματι ἡ ἀνάσταση τῶν νεκρῶν. Μέχρι τήν ἀνάστασή Του δίδασκε ὅτι ἡ πίστη σ’ Αὐτόν μεταφέρει ἀπό τόν θάνατο στή ζωή, ἀλλά μέ τήν ἀνάστασή Του ἔδειξε ὅτι ὁ Ἴδιος νίκησε τόν θάνατο καί ἐξασφάλισε στούς νεκρούς τή μετάβασή τους ἀπό τόν θάνατο στήν ἀνάσταση. Ναί! Ναί! Ναί! Ὁ Θεάνθρωπος Ἰησοῦς Χριστός μέ τήν ἀνάστασή Του ἔδειξε καί ἀπέδειξε ὅτι εἶναι ὁ μόνος ἀληθινός Θεός, ὁ μόνος ἀληθινός Θεάνθρωπος σ’ ὅλους τούς ἀνθρώπινους κόσμους.

Καί κάτι ἀκόμα: Χωρίς τήν ἀνάσταση τοῦ Θεανθρώπου δέν μποροῦν νά ἐξηγηθοῦν οὔτε τό ἀποστολικό ἔργο τῶν ἀποστόλων, οὔτε τό μαρτύριο τῶν μαρτύρων, οὔτε ἡ ὁμολογία τῶν ὁμολογητῶν, οὔτε ἡ ἁγιότητα τῶν ἁγίων, οὔτε ἡ ἄσκηση τῶν ἀσκητῶν, οὔτε ἡ θαυματουργικότητα τῶν θαυματουργῶν, οὔτε ἡ πίστη τῶν πιστῶν, οὔτε ἡ ἀγάπη τῶν ἀγαπώντων, οὔτε ἡ ἐλπίδα τῶν ἐλπιζόντων, οὔτε ἡ νηστεία τῶν νηστευτῶν, οὔτε ἡ προσευχή τῶν προσευχομένων, οὔτε ἡ πραότητα τῶν πράων, οὔτε ἡ μετάνοια τῶν μετανοούντων, οὔτε ἡ εὐσπλαχνία τῶν εὐσπλάχνων, οὔτε ὁποιαδήποτε ἄλλη χριστιανική ἀρετή ἤ ὁποιοδήποτε ἄλλο χριστιανικό κατόρθωμα.

Ἄν ὁ Κύριος δέν εἶχε ἀναστηθεῖ καί, ὡς ἀναστημένος, δέν εἶχε γεμίσει τούς μαθητές Του μέ τή ζωοποιό δύναμη καί τή θαυματουργική σοφία, ποιός θά μποροῦσε νά συγκεντρώσει αὐτούς τούς φοβισμένους δραπέτες καί νά τούς δώσει τό θάρρος, τή δύναμη καί τή σοφία, γιά νά μπορέσουν τόσο θαρρετά, τόσο δυνατά καί τόσο σοφά νά ὁμολογοῦν καί νά κηρύσσουν τόν ἀναστημένο Κύριο, ἀλλά καί νά πηγαίνουν μέ τόση χαρά στόν θάνατο γι’ Αὐτόν; Καί ἄν ὁ ἀναστημένος Σωτήρας δέν τούς εἶχε γεμίσει μέ τή θεία δύναμη καί τή θεία σοφία Του, πῶς θά μποροῦσαν ν’ ἀνάψουν μέσα στόν κόσμο τήν ἄσβεστη πυρκαγιά τῆς εὐαγγελικῆς πίστεως αὐτοί οἱ ἁπλοϊκοί, οἱ ἀγράμματοι, οἱ φτωχοί ἄνθρωποι;

Ἄν ἡ χριστιανική πίστη δέν ἦταν ἡ πίστη τοῦ ἀναστημένου καί συνεπῶς τοῦ αἰώνια ζωντανοῦ καί ζωοδότη Κυρίου, ποιός θά μποροῦσε νά ἐμπνεύσει στούς μάρτυρες τόν ἆθλο τοῦ μαρτυρίου, στούς ὁμολογητές τόν ἆθλο τῆς ὁμολογίας, στούς ἀσκητές τόν ἆθλο τῆς ἀσκήσεως, στούς ἀναργύρους τόν ἆθλο τῆς ἀναργυρίας, στούς νηστευτές τόν ἆθλο τῆς νηστείας καί σ’ ὁποιονδήποτε χριστιανό τόν ὁποιονδήποτε εὐαγγελικό ἆθλο;

Ὅλα αὐτά, λοιπόν, εἶναι ἀληθινά καί πραγματικά γιά μένα καί γιά σένα καί γιά κάθε ἀνθρώπινη ὕπαρξη. Γιατί ὁ θαυμαστός καί γλυκύτατος Κύριος Ἰησοῦς, ὁ ἀναστημένος Θεάνθρωπος, εἶναι ἡ μοναδική Ὕπαρξη κάτω ἀπό τόν οὐρανό μέ τήν ὁποία μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος, ἐδῶ στή γῆ, νά νικήσει καί τόν θάνατο καί τήν ἁμαρτία καί τόν διάβολο, ὥστε νά γίνει μακάριος καί ἀθάνατος, συμμέτοχος στήν αἰώνια βασιλεία τῆς Ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ.

Ἔτσι, γιά τήν ἀνθρώπινη ὕπαρξη ὁ ἀναστημένος Κύριος εἶναι τό πᾶν σ’ ὅλους τούς κόσμους· εἶναι ὅ,τι τό Καλό, ὅ,τι τό Ἀληθινό, ὅ,τι τό Ἀρεστό, ὅ,τι τό Χαρμόσυνο, ὅ,τι τό Θεῖο, ὅ,τι τό Σοφό, ὅ,τι τό Αἰώνιο. Αὐτός εἶναι ὅλη ἡ Ἀγάπη μας, ὅλη ἡ Ἀλήθεια μας, ὅλη ἡ Χαρά μας, ὅλο τό Ἀγαθό μας, ὅλη ἡ Ζωή μας −ἡ Αἰώνια Ζωή σ’ ὅλη τή θεία αἰωνιότητα καί ἀπεραντοσύνη.

Γι’ αὐτό καί πάλι καί πολλές καί ἀναρίθμητες φορές: Χριστός Ἀνέστη!

Πηγή: https://www.imparaklitou.gr/index.php/el/psifiaka-keimena/fylladia

Πνευματική Ζωή Πατερικά Κείμενα Ὃσιος Ἰουστίνος Πόποβιτς: Ἡ ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ