Ὁ Βίος τοῦ Ἁγίου Μεγαλομάρτυρος Θεοδώρου τοῦ Στρατηλάτου
- Λεπτομέρειες
- Εμφανίσεις: 3108
Ὁ Ἅγιος Θεόδωρος καταγόταν ἀπὸ τὰ Εὐχάϊτα καὶ ἔζησε στὴν Ἡράκλεια τοῦ Πόντου, στὴν ἀρχαία χώρα τῆς Βιθυνίας, ἐπὶ Λικινίου (307 – 323 μ.Χ.). Κατεῖχε ἀνώτερο βαθμὸ στὸ στρατὸ τῆς Ἀνατολῆς. Στὸ Συναξάρι ἀναφέρεται, ὅτι ἦταν «στρατιωτικὸς ἔνδοξος, ὡραῖος τὴν παράστασιν, εἴλκυεν εἰς φιλίαν τοὺς πάντας καὶ διὰ τῆς λαμπρότητος τοῦ λόγου σαγήνευε τοὺς ἀκούοντας».
Ὅταν ὁ Λικίνιος διέτριβε στὴ Νικομήδεια, ἄκουσε περὶ τοῦ Θεοδώρου ὅτι εἶναι Χριστιανὸς καὶ βδελύσσεται τὰ εἴδωλα. Ἀμέσως ἀπέστειλε στὴν Ἡράκλεια ἀνώτερους ἀξιωματούχους, γιὰ νὰ τὸν συνοδεύσουν μὲ τιμὴ στὴ Νικομήδεια. Ἀλλὰ ὁ Θεόδωρος διεμήνυσε διὰ τῶν ἰδίων ἀπεσταλμένων στὸν Λικίνιο, ὅτι γιὰ πολλοὺς λόγους ἡ παρουσία του στὴν Ἡράκλεια ἦταν συμφέρουσα καὶ τὸν προέτρεπε νὰ μεταβεῖ ἐκεῖ. Ἀποδεχθεῖς τὴν πρόταση ὁ Λικίνιος μετέβη στὴν Ἡράκλεια, ὅπου τὸν προϋπάντησε μὲ λαμπρότητα ὁ Θεόδωρος, πρὸς τὸν ὁποῖο ὁ Λικίνιος ἅπλωσε τὸ χέρι, ἐλπίζοντας ὅτι διὰ τοῦ Θεοδώρου θὰ προσείλκυε τοὺς Χριστιανοὺς στὴ θρησκεία τῶν εἰδώλων.
Κάποια ἡμέρα, ἐνώπιον τοῦ λαοῦ, ὁ Λικίνιος προέτρεψε τὸν Θεόδωρο νὰ θυσιάσει στὰ εἴδωλα. Ὁ Θεόδωρος ἀρνήθηκε καὶ ζήτησε νὰ τοῦ δοθοῦν τὰ χρυσὰ καὶ ἀργυρὰ ἀγαλματίδια τῶν θεῶν, γιὰ νὰ προσφέρει αὐτὰ θυσία στὸν οἶκο του ἰδιωτικὰ καὶ μετὰ νὰ προσφέρει δημόσια τὶς θυσίες. Πράγματι, ὁ Θεόδωρος ἔλαβε τὰ ἀγαλματίδια τὰ ὁποῖα κομμάτιασε καὶ μοίρασε τὰ χρυσὰ καὶ ἀργυρὰ αὐτῶν στοὺς πτωχούς. Ὁ ἑκατόνταρχος Μαξέντιος εἶδε τὴν κεφαλὴ τῆς θεᾶς Ἀφροδίτης στὰ χέρια ἐνὸς πτωχοῦ καὶ κατέδωσε τὸ γεγονὸς στὸν Λικίνιο, ὁ ὁποῖος θεώρησε τὸν Θεόδωρο ὡς ἐμπαίκτη καὶ καταφρονητὴ τῶν εἰδώλων.
Διαβάστε περισσότερα: Ὁ Βίος τοῦ Ἁγίου Μεγαλομάρτυρος Θεοδώρου τοῦ Στρατηλάτου
Ὁ Βίος τοῦ Ὁσίου Παρθενίου, Ἐπισκόπου Λαμψάκου
- Λεπτομέρειες
- Εμφανίσεις: 3722
Ὁ Ὅσιος Παρθένιος καταγόταν ἀπὸ κάποια κωμόπολη τῆς Βιθυνίας καὶ ἔζησε κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ Μεγάλου Κωνσταντίνου (324 – 337 μ.Χ.). Ἦταν υἱὸς τοῦ διακόνου τῆς Ἐκκλησίας Μελιτοπόλεως Χριστοφόρου, ἀπὸ τὸν ὁποῖο διδάχθηκε τὴν Ὀρθόδοξη Πίστη.
Ὁ Ἅγιος ἀπὸ τὴν παιδική του ἡλικία προέκοπτε στὴν ἀρετὴ καὶ τὴν εὐσέβεια. Ὁ τρόπος μὲ τὸν ὁποῖο ὁ Κύριος ἁλίευσε τοὺς Ἀποστόλους, ποὺ ἦταν ψαράδες, τὸν ἔκανε νὰ ἀγαπήσει τὴν ἁλιεία. Καὶ ὅταν ἔριχνε τὰ δίχτυα στὴν Ἀπολλωνιάδα λίμνη ἢ τὰ ἀνέσυρε γεμάτα ψάρια, αἰσθανόταν ὅτι ἐργαζόταν σὲ ἕνα ἀπὸ τὰ πλοιάρια τοῦ Ἀποστόλου Πέτρου ἢ τοῦ Ἰωάννου.
Τὰ χρήματα ποὺ εἰσέπραττε ἀπὸ τὴν πώληση τῶν ψαριῶν δὲν τὰ κρατοῦσε γιὰ τὸν ἑαυτό του ἀλλὰ τὰ μοίραζε στοῦ πτωχοὺς ἀπὸ ἀγάπη πρὸς αὐτούς. Γι’ αὐτὸ καὶ ὅταν τὸν εὐχαριστοῦσαν ἐκεῖνος ἔλεγε: «Διατὶ μὲ εὐχαριστεῖτε; Δὲν ἔχω καμία τέτοια ἀξίωση. Μήπως εἴμαστε ξένοι; Ἐμεῖς εἴμαστε ἀδελφοί. Τί δὲ ἁπλούστερο καὶ φυσικότερο ἀπὸ τὸ νὰ βοηθᾶ ἀδελφὸς τοὺς ἀδελφούς;».
Γιὰ τὴν ἐνάρετη αὐτοῦ παρουσία ὁ Ἐπίσκοπος Μελιτοπόλεως Φίλιππος (ἡ Φιλητός) τὸν χειροτόνησε Πρεσβύτερο. Ἀργότερα ὁ Ἐπίσκοπος Κυζίκου Ἀχίλλιος (ἢ Ἀσχόλιος) τὸν χειροτόνησε Ἐπίσκοπο Λαμψάκου.
Διαβάστε περισσότερα: Ὁ Βίος τοῦ Ὁσίου Παρθενίου, Ἐπισκόπου Λαμψάκου
Ὁ Βίος τοῦ Ἁγίου καί Ἰσαποστόλου Φωτίου, Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως, τοῦ Ὁμολογητοῦ
- Λεπτομέρειες
- Εμφανίσεις: 4475
Ὁ Μέγας Φώτιος ἔζησε κατὰ τοὺς χρόνους ποὺ βασίλευσαν οἱ αὐτοκράτορες Μιχαὴλ (842 – 867 μ.Χ.), υἱὸς τοῦ Θεοφίλου, Βασίλειος Α’ ὁ Μακεδὼν (867 – 886 μ.Χ.) καὶ ὁ Λέων ΣΤ’ ὁ Σοφὸς (886 – 912 μ.Χ.), υἱὸς τοῦ Βασιλείου. Γεννήθηκε περὶ τὸ 810 μ.Χ. στὴν Κωνσταντινούπολη ἀπὸ εὐσεβὴ καὶ ἐπιφανὴ οἰκογένεια, ποὺ ἀγωνίσθηκε γιὰ τὴν τιμὴ καὶ προσκύνηση τῶν ἱερῶν εἰκόνων. Οἱ γονεῖς του ὀνομάζονταν Σέργιος καὶ Εἰρήνη καὶ καταδιώχθηκαν ἐπὶ τοῦ εἰκονομάχου αὐτοκράτορα Θεοφίλου (829 – 842 μ.Χ.). Ὁ Ἅγιος Σέργιος, τοῦ ὁποίου τὴ μνήμη τιμᾶ ἡ Ἐκκλησία στὶς 13 Μαΐου, ἦταν ἀδελφὸς τοῦ Πατριάρχου Ταρασίου (784 – 806 μ.Χ.) καὶ περιπομπεύθηκε δέσμιος ἀπὸ τὸ λαιμὸ ἀνὰ τὶς ὁδοὺς τῆς Κωνσταντινουπόλεως, στερήθηκε τὴν περιουσία του καὶ ἐξορίσθηκε μετὰ τῆς συζύγου του καὶ τῶν παιδιῶν του σὲ τόπο ἄνυδρο, ὅπου ἀπὸ τὶς ταλαιπωρίες πέθανε ὡς Ὁμολογητής.
Ὁ ἱερὸς Φώτιος διέπρεψε πρῶτα στὰ ἀνώτατα πολιτικὰ ἀξιώματα. Ὅταν μὲ ἐντολὴ τοῦ αὐτοκράτορα ἀπομακρύνθηκε βιαίως ἀπὸ τὸν πατριαρχικὸ θρόνο ὁ Πατριάρχης Ἰγνάτιος, ἀνῆλθε σὲ αὐτόν, τὸ ἔτος 858 μ.Χ., ὁ ἱερὸς Φώτιος, ὁ ὁποῖος διακρινόταν γιὰ τὴν ἁγιότητα τοῦ βίου του καὶ τὴν τεράστια μόρφωσή του. Ἡ χειροτονία του εἰς Ἐπίσκοπο ἔγινε τὴν ἡμέρα τῶν Χριστουγέννων τοῦ ἔτους 858 μ.Χ. ὑπὸ τῶν Ἐπισκόπων Συρακουσῶν Γρηγορίου τοῦ Ἀσβεστᾶ, Γορτύνης Βασιλείου καὶ Ἀπαμείας Εὐλαμπίου. Προηγουμένως βέβαια ἐκάρη μοναχὸς καὶ ἀκολούθως ἔλαβε κατὰ τάξη τοὺς βαθμοὺς τῆς ἱεροσύνης.
Ὁ ἱερὸς Φώτιος μὲ συνοδικὰ γράμματα ἀνακοίνωσε, κατὰ τὰ καθιερωμένα, τὰ τῆς ἐκλογῆς του στοὺς Πατριάρχες τῆς Ἀνατολῆς καὶ τόνισε τὴν ἀποκατάσταση τῆς εἰρήνης στὴν Ἐκκλησία τῆς Κωνσταντινουπόλεως. Ἀλλὰ πρὶν ἀκόμα προλάβει νὰ τὴν παγιώσει ἐπῆλθε ρήξη μεταξὺ τῶν ἀκραίων πολιτικῶν καὶ τῶν ὀπαδῶν τοῦ Πατριάρχη Ἰγνατίου, τῶν «Ἰγνατιανῶν».
Ὁ Βίος τοῦ Ἁγίου καί Δικαίου Συμεών τοῦ Θεοδόχου καί Ἄννης τῆς Προφήτιδος
- Λεπτομέρειες
- Εμφανίσεις: 3832
Ὁ Συμεὼν ἦταν ἄνθρωπος δίκαιος καὶ εὐλαβής, «προσδεχόμενος παράκλησιν τοῦ Ἰσραήλ». Ἦταν ἄνθρωπος κατὰ τὴν φύση, ἀλλὰ στὴν ἀρετὴ ἄγγελος, ἄνθρωπος συναναστρεφόμενος μὲ ἀνθρώπους, ἀλλὰ συμπολιτευόμενος μὲ ἀγγέλους. Τὸ Ἅγιο Πνεῦμα τοῦ εἶχε ἀποκαλύψει ὅτι δὲν θὰ πεθάνει προτοῦ ἀξιωθεῖ νὰ δεῖ τὸν Χριστὸ καὶ νὰ Τὸν κρατήσει στὴν ἀγκαλιά του.
Ἡ Θεοτόκος κατὰ τὸν Ἅγιο Ἀθανάσιο, τοῦ εἶπε: «Δέξαι γεραρώτατε ἄνθρωπε, τὸν πρὸς σὲ μᾶλλον ἢ πρὸς ἐμὲ τὴν τεκοῦσαν νῦν ἐπειγόμενον· δέξαι τὸν σὲ ποθοῦντα μᾶλλον ἢ Ἰωσήφ· δέξαι τὸν δευτέραν τῆς σῆς φιλίας τὴν πρὸς ἐμὲ τὴν μητέραν στοργήν, ὡς ἔοικε λογιζόμενον· δέξαι, καί, ὡς βούλει, τοῦ ποθουμένου καταπόλαυε». Καὶ ἀμέσως μετὰ ἀπέθεσε στὰ χέρια τοῦ Πρεσβύτου Συμεὼν τὸν Κύριο.
Ὁ Συμεὼν «σκιρτᾷ καὶ ἀγγαλιᾷ, καὶ λαμπρᾷ καὶ διαπρυσίῳ φωνὴ περὶ αὐτοῦ ἀνακέκραγε λέγων· οὗτός ἐστιν ὁ ὢν καὶ προὼν καὶ ἀεὶ τῷ Πατρὶ συμπαρὼν, ὁμοούσιος, ὁμόθρονος, ὁμόδοξος, ὁμοδύναμος, ἰσοδύναμος, παντοδύναμος, ἄναρχος, ἄκτιστος, ἀναλλοίωτος, ἀπερίγραπτος, ἀόρατος, ἄῤῥητος, ἀκατάληπτος, ἀψηλάφητος, ἀκατανόητος, ἀτέκμαρτος. Οὗτός ἐστι τῆς πατρικῆς δόξης τὸ ἀπαύγασμα, οὗτός ἐστιν ὁ χαρακτὴρ τῆς πάντως συστάσεως, τοῦτο τὸ φῶς τῶν φώτων, ἐκ πατρικῶν ἀνατέλλον κόλπων».
Διαβάστε περισσότερα: Ὁ Βίος τοῦ Ἁγίου καί Δικαίου Συμεών τοῦ Θεοδόχου καί Ἄννης τῆς Προφήτιδος
Ἡ Ὑπαπαντή τοῦ Κυρίου καί Θεοῦ καί Σωτῆρος ἠμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ
- Λεπτομέρειες
- Εμφανίσεις: 3409

῾Η ἑορτή εἰσήχθηκε πρῶτα στή Δύση πρός κατάργηση τῶν τελουμένων εἰδωλολατρικῶν ἑορτῶν, κατά τίς ἀρχές τοῦ Φεβρουαρίου, πρός τιμήν τοῦ Πανός, ὡς καθαρῶς θεομητορική ἑορτή. ᾿Αργότερα καθιερώθηκε καί στήν ᾿Ανατολή. Κατά μέν τόν Γεώργιο Κεδρηνό ἑορτή εἰσήχθηκε ἐπί τοῦ αὐτοκράτορος ᾿Ιουστίνου τοῦ Α' (518-527 μ.Χ.), κατά δέ τόν Νικηφόρο Κάλλιστο ὁ μέγας ᾿Ιουστινιανός (525-565 μ.Χ.) διέταξε, τό 542 μ.Χ., νά ἑορτάζεται ῾Υπαπαντή τοῦ Σωτῆρος σέ ὅλη τή γῆ. ᾿Επειδή ὅμως διασώζονται σήμερα λόγοι-ὁμιλίες στήν ἑορτή τῆς ῾Υπαπαντῆς, πού χρονολογοῦνται πολύ πρίν τόν 6ο αἰώνα μ.Χ., εἰκάζεται ὅτι ὁ αὐτοκράτορας ᾿Ιουστίνος εἰσήγαγε τήν ἑορτή στήν Κωνσταντινούπολη. ῾Η ἑορτή τῆς ῾Υπαπαντῆς, στήν Κωνσταντινούπολη, ἐτελεῖτο στό ναό τῶν Βλαχερνῶν, ὅπου παρευρίσκονταν καί οἱ βασιλεῖς.
Διαβάστε περισσότερα: Ἡ Ὑπαπαντή τοῦ Κυρίου καί Θεοῦ καί Σωτῆρος ἠμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ
Ὁ Βίος τοῦ Ἁγίου Τρύφωνος τοῦ Μάρτυρος
- Λεπτομέρειες
- Εμφανίσεις: 6092
Ὁ Ἅγιος Τρύφων καταγόταν ἀπὸ τὴ Λάμψακο τῆς ἐπαρχίας Φρυγίας καὶ ἔζησε στὰ χρόνια τῶν αὐτοκρατόρων Γορδιανοῦ Γ’ (238 – 244 μ.Χ.), Φιλίππου (244 – 249 μ.Χ.) καὶ Δεκίου (249 – 251 μ.Χ.). Προερχόταν ἀπὸ πτωχὴ οἰκογένεια καὶ στὴν παιδική του ἡλικία, ἔβοσκε χῆνες γιὰ νὰ ζήσει. Συγχρόνως ὅμως μελετοῦσε μὲ ζῆλο τὴν Ἁγία Γραφὴ καὶ ἦταν πολὺ φιλακόλουθος. Ἔτσι, σιγὰ – σιγὰ ὁ Ἅγιος, μὲ τὴν εὐσεβὴ φιλομάθειά του, κατόρθωσε ὄχι μόνο νὰ διδαχθεῖ ὁ ἴδιος, ἀλλὰ καὶ νὰ διδάσκει τὶς αἰώνιες ἀλήθειες τῆς πίστεώς μας. Γρήγορα ἡ εὐσεβὴς ψυχή του δέχθηκε τὴν χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καὶ ὁ Θεὸς τὸν ἀξίωσε νὰ θαυματουργεῖ. Ὅμως ὁ Ἅγιος θεράπευε ὄχι μόνο κάθε ἀσθένεια ἀλλὰ καὶ ἐλευθέρωνε τὶς μολυσμένες ἀπὸ τὰ δαιμόνια ψυχές.
Ὅταν ὁ αὐτοκράτορας Γορδιανὸς πληροφορήθηκε γιὰ τὶς θαυματουργικὲς ἱκανότητες τοῦ Τρύφωνος, τὸν ἀναζήτησε γιὰ νὰ θεραπεύσει τὴν ἄρρωστη θυγατέρα του ποὺ ἔπασχε ἀπὸ δαιμόνιο. Οἱ στρατιῶτες τὸν βρῆκαν στὴν κωμόπολη τῆς Σαμψάκου νὰ φροντίζει τὶς χῆνες στὴν παρακείμενη λίμνη καὶ ἀμέσως τὸν πῆραν μαζί τους. Τὸ μαρτύριο τοῦ Ἁγίου ἀναφέρει ὅτι μόλις ὁ Ἅγιος πλησίαζε στὴν Ρώμη τὸ δαιμόνιο ποὺ εἶχε ἡ θυγατέρα τοῦ Γορδιανοῦ, κραύγαζε ὅτι δὲν μπορεῖ πιὰ νὰ κατοικεῖ μέσα της. Οἱ ἔπαρχοι Πομπιανὸς καὶ Πρετεξτάτος τὸν ὁδήγησαν ἐνώπιον τοῦ αὐτοκράτορα καὶ ἐκεῖνος παρακάλεσε τὸν Ἅγιο γιὰ τὴ θεραπεία τῆς θυγατέρας του. Καὶ πράγματι, μὲ τὴν προσευχὴ τοῦ Ἁγίου, ἡ θυγατέρα τοῦ ἡγεμόνος ἀπηλλάγη ἀπὸ τὸ δαιμόνιο.
Διαβάστε περισσότερα: Ὁ Βίος τοῦ Ἁγίου Τρύφωνος τοῦ Μάρτυρος
Πρόγραμμα Ἱερῶν Ἀκολουθιῶν Μηνός
- Λεπτομέρειες
- Εμφανίσεις: 76615
Κατά το μήνα Φεβρουάριο:
ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΑ ΟΙ ΑΚΟΛΟΥΘΙΕΣ
5:00 μ.μ. Η ακολουθία του Εσπερινού
ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΕΣ ΤΕΛΕΣΗΣ Θ. ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ
02 Φεβρουαρίου : Υπαπαντή του Χριστού
10 Φεβρουαρίου : Χαραλάμπους Ιερομάρτυρος
19 Φεβρουαρίου : Φιλοθέης της Αθηναίας
21 Φεβρουαρίου 05:30 μ.μ. : Εσπερινός και επιμνημόσυνη δέηση Υπέρ των Ψυχών
24 Φεβρουαρίου : Α’ και Β’ εύρεσις Κεφαλής Ιωάννου Προδρόμου
Μνήμη εὑρέσεως τῆς ἐν Τήνῳ Ἱερᾶς εἰκόνος Εὐαγγελιστρίας 30/01/2025
- Λεπτομέρειες
- Εμφανίσεις: 2816
Ὁ Μιχαὴλ Πολυζωΐδης, εἶχε ἕνα ὄνειρο τὸ 1821, στὸ ὁποῖο ἡ μητέρα τοῦ Θεοῦ ἐμφανίστηκε σὲ αὐτὸν μὲ λαμπερὰ ἄσπρα ἐνδύματα. Τὸν καθοδήγησε γιὰ νὰ σκάψει στὴν περιοχὴ τοῦ Ἀντωνίου Δοξαρά, ἔξω ἀπὸ τὴν πόλη, ὅπου θὰ ἔβρισκε τὴν εἰκόνα της. Εἶπε ἐπίσης σ’ αὐτὸν νὰ χτίσει μία ἐκκλησία στὴν περιοχή. Ἡ βασίλισσα τοῦ οὐρανοῦ ὑποσχέθηκε ἐπίσης νὰ τὸν βοηθήσει νὰ ὁλοκληρώσει αὐτοὺς τοὺς στόχους.
Ὅταν ξύπνησε, ἔκανε τὸν σταυρό του καὶ προσπάθησε νὰ ξανακοιμηθεῖ, θεωρώντας ὅτι τὸ ὄνειρό του ἦταν ἕνας πειρασμὸς ἀπὸ τὸ διάβολο. Πρὶν τὸν πάρει ὁ ὕπνος, ὁ Μιχαὴλ εἶδε τὴν Θεοτόκο ἄλλη μιὰ φορά, καὶ παρατήρησε ὅτι τὸ δωμάτιο πλημμύρισε ἀπὸ ἕνα εὐχάριστο δυνατὸ φῶς. Τὸ κεφάλι της περιβλήθηκε ἀπὸ τὸ θεῖο φῶς, καὶ τὸ πρόσωπό της ἔδειχνε μία γλυκύτητα. Μιλώντας στὸν Μιχαὴλ εἶπε, «γιατί εἶσε φοβισμένος; Μὴν χάνεις τὴν πίστη σου. Εἶμαι ἡ Παναγία. Σὲ θέλω γιὰ νὰ σκάψεις στὴν περιοχὴ τοῦ Ἀντωνίου Δοξαρά, ὅπου εἶναι θαμμένη ἡ εἰκόνα μου. Θὰ χτίσεις μία ἐκκλησία ἐκεῖ καὶ θὰ σὲ βοηθήσω καὶ ἐγώ». Κατόπιν ἐξαφανίστηκε.
Τὸ ἑπόμενο πρωί, ὁ Μιχαὴλ πῆγε στὸ χωριὸ καὶ εἶπε στὸν ἱερέα τί εἶχε συμβεῖ κατὰ τὴν διάρκεια τῆς νύχτας. Ὁ ἱερέας σκέφτηκε ἐπίσης ὅτι τὸ ὄνειρο ἦταν ἕνας πειρασμός, καὶ ἔτσι εἶπε στὸν Μιχαὴλ νὰ ἔρθει γιὰ νὰ ἐξομολογηθεῖ καὶ νὰ κοινωνήσει. Ὁ Μιχαήλ, ἐντούτοις, δὲν πείστηκε ὅτι τὰ ὁράματά του ἦταν μόνο ὄνειρα ἢ δαιμονικοὶ πειρασμοί. Εἶπε στοὺς συγχωριανούς του τὴν ἐμπειρία του. Μερικοὶ γέλασαν, ἀλλὰ μόνο δύο τὸν πίστεψαν.
Τὰ δυὸ ἄτομα πῆγαν μὲ τὸν Μιχαὴλ στὴν περιοχὴ ποὺ τοῦ εἶχε ὑποδείξει ἡ Παναγία, μιὰ νύχτα καὶ ἔσκαψαν σὲ μεγάλο βάθος, ἀλλὰ δὲν βρῆκαν τίποτα. Κατόπιν ἔσκαψαν παραδίπλα καὶ βρῆκαν τὰ ὑπολείμματα ἐνὸς παλαιοῦ τοίχου. Μὴν βρίσκοντας παρὰ μόνο τὰ τοῦβλα, ἔπρεπε νὰ σταματήσουν τὴν ἀναζήτησή τους τὸ πρωί. Ἔτσι οἱ Τοῦρκοι δὲν θὰ ἀνακάλυπταν τί ἔκαναν.
Διαβάστε περισσότερα: Μνήμη εὑρέσεως τῆς ἐν Τήνῳ Ἱερᾶς εἰκόνος Εὐαγγελιστρίας 30/01/2025
Οἱ Ἅγιοι Τρεῖς Ἱεράρχες ὥς μέγιστοι Θεολόγοι καί προστάτες τῆς Ἑλληνικῆς παιδεῖας
- Λεπτομέρειες
- Εμφανίσεις: 5343
Υπό Κων/νου Παπαχριστοδούλου πτ. Θεολογίας, Καθηγητού Μουσικής, τέως πρωτοψάλτου του Ιερού μας Ναού
«Χαίροις Ιεραρχών η Τριάς, τής Εκκλησίας τά μεγάλα προπύργια, οι στύλοι τής ευσεβείας, ο τών πιστών εδρασμός, τών αιρετιζόντων η κατάπτωσις, οι ποιμάναντες τόν λαόν, Χριστού θείοις δόγμασι»
Η Εκκλησία μας, μέσα από ένα πλήθος θαυμάσιων ύμνων, αξιοποιεί όλο το μεγαλείο της λόγιας ελληνικής γλώσσας, προσπαθώντας να αποδώσει το μέγεθος και την αξία των τριών ιεραρχών που σήμερα εορτάζουμε. Τον Μέγα Βασίλειο, τον Ιερό Χρυσόστομο και τον Θεολόγο Γρηγόριο. Σπάνια η Εκκλησία δίνει απλόχερα τόσους και τέτοιου είδους χαρακτηρισμούς και επίθετα. Μέγα, έχει ονομάσει μόνο τον άγιο Αντώνιο, τον ασκητή της ερήμου. Ιερό, μόνο τον άγιο Αυγουστίνο ενώ Χρυσόστομο κάνεναν άλλο στην ιστορία της. Επίσης Θεολόγους ονόμασε μόνο άλλους δύο εκτός του αγίου Γρηγορίου. Τον απόστολο Ιωάννη και το Συμεών το νέο Θεολόγο. Οι τρεις όμως ιεράρχες εκτός από μεγάλοι πατέρες, ιεράρχες και άγιοι ονομάζονται και διδάσκαλοι. Η Εκκλησία μας δίδει αυτό τον τίτλο μόνο στους πατέρες εκείνους που διέπρεψαν και σε συγγραφικό έργο η διάσταση του οποίου είναι αμιγώς διδακτική.
Και οι τρείς ιεράρχες σημάδεψαν με την παρουσία, το έργο και τις γραφές τους τον 4ο και 5ο αιώνα. Τις απαρχές δηλαδή της Εκκλησιαστικής ιστορίας. Με όχημα την πλούσια ελληνική τους παιδεία και οδηγό το άγιο Πνεύμα μπόρεσαν να θεμελιώσουν την πίστη και την ορθή και σώζουσα χριστιανική διδασκαλία. Για να καταλάβει κανείς το μέγεθος του έργου τους πρέπει να ταξιδέψει νοερά στις ταραγμένες εκείνες εποχές. Η Εκκλησία ταράζεται από αιρετικούς. Αμφισβητείται ο Τριαδικός Θεός, η σάρκωση του Υιού και Λόγου, η ύπαρξη του Αγίου Πνεύματος ως τρίτου προσώπου της Αγίας Τριάδος. Οι πατέρες της Εκκλησίας καλούνται να δογματίσουν, να μιλήσουν στο λαό για την ορθή πίστη, να οριοθετήσουν και να περιχαρακώσουν την διδασκαλία της Εκκλησίας. Πολλές φορές οι σημερινοί άνθρωποι αδυνατούν να καταλάβουν τον αγώνα αυτό τον πατέρων. Δίνουν αρνητική σημασία στη λέξη δόγμα και θεωρούν την πίστη στα δόγματα της Εκκλησίας δυναστεία της ανθρώπινης ελευθερίας. Δεν είναι δυνατό να κατανοήσουν γιατί πατέρες όπως οι τρείς ιεράρχες μπορεί να έδιναν και το αίμα τους για μία λέξη. Ακόμη και για ένα γράμμα. Για το ότι ο Υιός πρέπει να είναι «ομοούσιος» και όχι «ομοιούσιος» με τον Πατέρα.
Πῶς καθιερώθηκε ἡ Ἑορτή τῶν Τριῶν Ιεραρχῶν
- Λεπτομέρειες
- Εμφανίσεις: 11494
Άρθρο του Φιλόλογου και Θεολόγου καθηγητή κ. Παναγιώτου Μαντζάνα
Η εκκλησία μας θέσπισε και γιορτάζει τη μνήμη των αγίων συνήθως τη μέρα της επετείου του θανάτου τους. Στις 30 Ιανουαρίου όμως δεν πρόκειται για μνήμη, αλλά για κοινή γιορτή των Τριών Ιεραρχών: Βασιλείου του Μεγάλου, Γρηγορίου του Θεολόγου και Ιωάννου του Χρυσοστόμου. Αφορμή για την καθιέρωση της κοινής γιορτής των τριών «μεγίστων φωστήρων της τρισηλίου θεότητος» υπήρξε μια διαμάχη (Στάση) για το ποιος από τους τρεις επιφανείς Ιεράρχες υπήρξε ο επικρατέστερος.
Η διαμάχη αυτή δημιουργήθηκε μεταξύ «των ελλογίμων (αξιότιμων, μορφωμένων) και ενάρετων ανδρών», στην Κωνσταντινούπολη, την εποχή της βασιλείας του Αλεξίου Κομνηνού (1081-1118). Άλλοι θεωρούσαν τον Ιερό Χρυσόστομο ως σπουδαιότερο από τους δύο άλλους, άλλοι το Μέγα Βασίλειο και άλλοι τον Άγιο Γρηγόριο το Θεολόγο. Έτσι δημιουργήθηκαν τρεις παρατάξεις: των Ιωαννιτών, των Βασιλεϊτών και των Γρηγοριτών, που καθεμιά αντιστρατευότανε τις δύο άλλες.
Στη διαμάχη αυτή έδωσε τέλος ο Μητροπολίτης Ευχαΐτων Ιωάννης ο Μαυρόπους[1], που ανέλαβε να συμφιλιώσει τις αντιμαχόμενες παρατάξεις. Πρότεινε λοιπόν, κατά προτροπή των Τριών Ιεραρχών, που τους είδε σε οπτασία (όπως χαρακτηριστικά αναφέρει στη διήγησή του ο ιερός Συναξαριστής) να συσταθεί κοινή γιορτή και για τους τρεις. Η πρόταση αυτή όχι μόνο ικανοποίησε τις τρεις αντιμαχόμενες παρατάξεις, αλλά βρήκε και πλατιά απήχηση στο κοινό αίσθημα του λαού.
Διαβάστε περισσότερα: Πῶς καθιερώθηκε ἡ Ἑορτή τῶν Τριῶν Ιεραρχῶν
Ὁ Βίος τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου, Ἀρχιεπισκόπου Κωνσταντινουπόλεως τοῦ Θεολόγου
- Λεπτομέρειες
- Εμφανίσεις: 4811
Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ἔζησε κατὰ τὴν ἐποχὴ τοῦ βασιλέως Οὐάλεντος (364 – 378 μ.Χ.). Καταγόταν ἀπὸ τὸν Πόντο καὶ γεννήθηκε σὲ ἕνα μικρὸ χωριὸ τῆς περιοχῆς τῆς Ναζιανζοῦ, ποὺ λεγόταν Ἀριανζός, τὸ 330 μ.Χ.
Ναζιανζηνὸς ὀνομάσθηκε, ἐπειδὴ ἔζησε τὸν περισσότερο χρόνο τῆς ζωῆς του στὴ Ναζιανζό, ὅπου ἦταν καὶ τὸ πατρικό του σπίτι. Ὁ πατέρας του, ὁ Ἅγιος Γρηγόριος Ἐπίσκοπος Ναζιανζοῦ, ἦταν πρὶν γίνει Ἐπίσκοπος, ἕνας πολὺ πλούσιος ἄρχοντας τῆς Ναζιανζοῦ. Κατεῖχε μεγάλη θέση στὸν δημόσιο βίο καὶ ἀνῆκε σὲ μία ἰουδαῖο-ἐθνικὴ αἵρεση ποὺ λεγόταν τῶν «Ὑψισταρίων». Ἡ μητέρα του, ἡ Ἁγία Νόννα, ἦταν Ὀρθόδοξη. Ἡ εὐσέβεια καὶ ἡ ἀρετή της ἐπηρέασαν τὸν σύζυγό της καὶ τὸν ἔκαναν νὰ μεταστραφεῖ στὴν ἀληθινὴ πίστη.
Οἱ γονεῖς του, Γρηγόριος καὶ Νόννα, δὲν εἶχαν παιδιὰ καὶ ἱκέτευαν τὸν Θεὸ νὰ χαρίσει σὲ αὐτοὺς τὴν χαρὰ τῆς τεκνοποιΐας. Καὶ πράγματι, ἡ προσευχή τους εἰσακούσθηκε καὶ ἡ Νόννα γέννησε τὸν Ἅγιο Γρηγόριο, τὸν ὁποῖο πρὶν ἀκόμα αὐτὸς γεννηθεῖ εἶχε ὑποσχεθεῖ ἂν τὸν ἀφιερώσει στὸν Θεό. Πολλὲς φορὲς ὁ Ἅγιος Γρηγόριος παραβάλλει τοὺς γονεῖς του μὲ τὸν Ἀβραὰμ καὶ τὴ Σάρρα, οἱ ὁποῖοι σὲ μεγάλη ἡλικία ἀπέκτησαν τὸν Ἰσαάκ. Σπουδαῖες ἦταν οἱ προσπάθειες τῶν γονέων αὐτοῦ νὰ μορφώσουν καὶ νὰ ἐμφυσήσουν στὸν πρωτότοκο υἱό τους τὴν ἀγάπη πρὸς τὰ γράμματα καὶ τὴν χριστιανικὴ πίστη. Ἀπὸ τὴν παιδικὴ ἡλικία ἐνέπνευσαν σὲ αὐτὸν ἔντονη καὶ βαθιὰ θρησκευτικότητα, ὥστε αὐτὸς ἀπὸ εὐσέβεια καὶ πνευματικότητα, ὑποσχέθηκε στὸν ἑαυτό του νὰ ζήσει μὲ ἁγνεία καὶ παρθενία.
Διαβάστε περισσότερα: Ὁ Βίος τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου, Ἀρχιεπισκόπου Κωνσταντινουπόλεως τοῦ Θεολόγου