Κυριακὴ τῆς Πεντηκοστῆς
Ὅταν συμπληρωνόταν ἡ πεντηκοστὴ ἡμέρα μετὰ τὴν ἀνάσταση, τῆς ὁποίας ἔφθασε τώρα ἡ μνήμη, ἐνῶ ὅλοι οἱ μαθητὲς ἦσαν συγκεντρωμένοι μαζὶ καὶ εὑρίσκονταν ὁμόψυχοι στὸ ὑπερῶο (οἶκος) ἐκείνου τοῦ ἱεροῦ, ἀλλὰ καὶ στὸ προσωπικό του ὑπερῶο, στὸ νοῦ του, συναγμένος ὁ καθένας τους (διότι ἦσαν σὲ ἡσυχία καὶ ἀφιερωμένοι στὴ δέηση καὶ στοὺς ὕμνους πρὸς τὸ Θεό), ξαφνικά, λέγει ὁ εὐαγγελιστὴς Λουκᾶς, «ἀκούσθηκε ἦχος ἀπὸ τὸν οὐρανό, σὰν ἀπὸ ὁρμὴ βιαίου ἀνέμου καὶ γέμισε τὸν οἶκο ὅπου κάθονταν» (Πράξ. β’, 1 – 11). Εἶναι βίαιος γιατί νικᾶ τὰ πάντα καὶ ξεπερνᾶ τὰ τείχη τοῦ πονηροῦ, γκρεμίζει κάθε ὀχύρωμα τοῦ ἐχθροῦ, ταπεινώνει τοὺς ὑπερήφανους, ἀνυψώνει τοὺς ταπεινοὺς στὴ καρδιὰ καὶ διασπᾶ τοὺς συνδέσμους τῶν ἁμαρτημάτων.
Γέμισε δὲ ὁ οἶκος ἐκεῖνος στὸν ὁποῖο κάθονταν, καθιστώντας τον, κολυμβήθρα πνευματικὴ καὶ ἐκπληρώνοντας τὴν ἐπαγγελία τοῦ Σωτῆρα, ποὺ τοὺς ἔλεγε, πρὶν ἀναληφθεῖ: «Ὁ μὲν Ἰωάννης βάπτισε μὲ νερό, ἐσεῖς δὲ, θὰ βαπτιστεῖτε μὲ Ἅγιο Πνεῦμα, ὄχι ἔπειτα ἀπὸ πολλὲς μέρες».
Ἀλλὰ καὶ τὸ ὄνομα ποὺ ἔδωσε σ’ αὐτοὺς τὸ ἔδειξε νὰ ἀληθεύει. Διότι διὰ τοῦ ἤχου αὐτοῦ ἀπὸ τοὺς οὐρανοὺς οἱ Ἀπόστολοι ἔγιναν πραγματικὰ υἱοὶ βροντῆς.
«Καὶ φάνηκαν σ' αὐτοὺς γλῶσσες διαμεριζόμενες ὡσὰν πυρὸς καὶ στὸν καθένα τους κάθισε ἀπὸ μία καὶ γέμισαν ὅλοι ἅγιο Πνεῦμα καὶ μιλοῦσαν ἄλλες γλῶσσες, ὅπως τοὺς ἔδιδε τὸ Πνεῦμα νὰ μιλοῦν». Ἀλλὰ γιὰ ποιὸ λόγο φάνηκε τὸ Πνεῦμα σὲ σχῆμα γλωσσῶν;
Ἀφ’ ἑνὸς γιὰ νὰ ἐπιδείξει τὴ συμφυΐα του, τὴ σχέση του μὲ τὸ Λόγο τοῦ Θεοῦ, γιατί τίποτε δὲν εἶναι συγγενέστερο ἀπὸ τὴ γλώσσα πρὸς τὸ λόγο. Συγχρόνως δὲ καὶ γιὰ τὴ χάρη τῆς διδασκαλίας, γιατί ὁ κατὰ Χριστὸν διδάσκαλος χρειάζεται χαριτωμένη γλώσσα.
Γιατί δὲ, φανερώθηκε τὸ ἅγιο Πνεῦμα μὲ πύρινες γλῶσσες;
Ὄχι μόνο γιὰ τὸ ὁμοούσιο τοῦ Πνεύματος πρὸς τὸ Πατέρα καὶ τὸν Υἱὸ (γιατί πῦρ εἶναι ὁ Θεός μας), ἀλλὰ καὶ γιὰ τὴ διπλὴ ἐνέργεια τοῦ κηρύγματος τῶν Ἀποστόλων. Γιατί μπορεῖ συγχρόνως νὰ εὐεργετεῖ καὶ νὰ τιμωρεῖ. Ὅπως τὸ πῦρ ἔχει διπλὴ ἰδιότητα καὶ νὰ φωτίζει καὶ νὰ φλογίζει, ἔτσι καὶ ὁ λόγος τῆς διδασκαλίας, αὐτοὺς ποὺ ὑπακούουν φωτίζει καὶ αὐτοὺς ποὺ ἀπειθοῦν παραδίδει τελικὰ σὲ πῦρ καὶ κόλαση. Εἶπε δὲ γλῶσσες, ὄχι πυρός, ἀλλὰ σὰν πυρός, γιὰ νὰ μὴ νομίσει κανεὶς ὅτι τὸ πῦρ ἐκεῖνο εἶναι αἰσθητὸ καὶ ὑλικό, ἀλλὰ νὰ ἀντιληφθοῦμε τὴν ἐπιφάνεια τοῦ Πνεύματος σὰν μὲ παράδειγμα.
Γιὰ ποιὸ λόγο δὲ οἱ γλῶσσες φάνηκαν νὰ διαμερίζονται σ’ αὐτούς;
Γιατί μόνο στὸ Χριστὸ ποὺ ἦλθε καὶ αὐτὸς ἀπὸ πάνω δὲν δίδεται μὲ μέτρο τὸ Πνεῦμα ἀπὸ τὸ Πατέρα. Ἐκεῖνος καὶ κατὰ σάρκα ἀκόμη εἶχε ὁλόκληρη τὴ θεία δύναμη καὶ τὴν ἐνέργεια, ἐνῶ σὲ κανέναν ἄλλο δὲν ἔγινε χωρητὴ ὅλη ἡ χάρη τοῦ Πνεύματος, ἀλλὰ ἀτομικὰ ὁ καθένας ἀποκτᾶ ἄλλος τὸ ἕνα καὶ ἄλλος τὸ ἄλλο ἀπὸ τὰ χαρίσματα, γιὰ νὰ μὴ νομίσει κανεὶς ὅτι ἡ ἀπὸ τὸ Πνεῦμα διδόμενη στοὺς ἁγίους χάρη εἶναι φύση.
Τὸ δὲ «κάθισε» δὲν ὑποδηλώνει μόνο τὸ δεσποτικὸ ἀξίωμα, ἀλλὰ καὶ τὸ ἑνιαῖο τοῦ θείου Πνεύματος. Κάθισε πάνω στὸν καθένα τους καὶ πληρώθηκαν ὅλοι ἅγιο Πνεῦμα, γιατί καὶ ὅταν μερίζεται κατὰ τὶς διάφορες δυνάμεις καὶ ἐνέργειές του, διὰ τῆς καθεμιᾶς ἐνέργειας παρευρίσκεται καὶ ἐνεργεῖ ὁλόκληρο τὸ ἅγιο Πνεῦμα, ἀμερίστως μεριζόμενο καὶ ὁλοκληρωτικὰ μετεχόμενο, κατὰ τὴν εἰκόνα τῆς ἡλιακῆς ἀκτίνας.
Λαλοῦσαν δὲ ἄλλες γλῶσσες, δηλαδὴ διαλέκτους, διότι ἔγιναν ὄργανα τοῦ θείου Πνεύματος, ἐνεργοῦντα καὶ κινούμενα κατὰ τὴ θέληση καὶ δύναμη ἐκείνου.
Αὐτὰ προαναγγέλθηκαν καὶ μέσω τῶν προφητῶν του, ὅπως διὰ τοῦ Ἰεζεκιήλ: «θὰ σᾶς δώσω καρδιὰ νέα καὶ Πνεῦμα νέο θὰ βάλω μέσα σας, τὸ Πνεῦμα μου» (Ἰεζ. λστ’, 26). Δία τοῦ Ἰωήλ: «καὶ κατὰ τὶς ἔσχατες ἡμέρες θὰ ἐκχύσω ἀπὸ τὸ Πνεῦμα μου ἐπάνω σὲ κάθε σάρκα» (Ἰωὴλ β, 28). Δία τοῦ Μωϋσῆ: «ποιὸς θὰ καταστήσει προφῆτες ὅλο τὸ λαὸ τοῦ Κυρίου, ὅταν δώσει ὁ Κύριος σ’ αὐτοὺς τὸ Πνεῦμά του;».
Ὁ ἴδιος δὲ ὁ Κύριος ἔλεγε: «ὅποιος πιστεύει σὲ μένα, θὰ ρεύσουν ποτάμια ζωντανοῦ ὕδατος ἀπὸ τὴν κοιλιά του» τὸ ὁποῖο ἐρμηνεύοντας ὁ εὐαγγελιστής: «τοῦτο τὸ ἔλεγε περὶ τοῦ Πνεύματος ποὺ ἐπρόκειτο νὰ λαμβάνουν οἱ πιστεύοντες σὲ Αὐτόν» (Ἰω. ιζ’, 39). Ἔλεγε ἐπίσης στοὺς μαθητές του: «ἐὰν μὲ ἀγαπᾶτε, θὰ τηρήσετε τὶς ἐντολές μου, καὶ ἐγὼ θὰ ζητήσω ἀπὸ τὸν Πατέρα νὰ σᾶς στείλει ἄλλο Παράκλητο, γιὰ νὰ μείνει μαζί σας αἰωνίως, τὸ Πνεῦμα τῆς ἀληθείας» καὶ «ὁ δὲ Παράκλητος, τὸ ἅγιο Πνεῦμα, ποὺ θὰ στείλει ὁ Πατέρας στὸ ὄνομά μου, ἐκεῖνος θὰ σᾶς διδάξει τὰ πάντα» καὶ «θὰ σᾶς ὁδηγήσει σὲ ὅλη τὴν ἀλήθεια» (Ἰω. ιδ’, 15 – ιδ’, 26 – ιε’, 26 – ιζ’, 39).
Τώρα λοιπὸν ἐκπληρώθηκε ἡ ἐπαγγελία καὶ κατῆλθε τὸ ἅγιο Πνεῦμα, σταλμένο καὶ δοσμένο ἀπὸ τὸ Πατέρα καὶ τὸν Υἱὸ καὶ ἀφοῦ περιέλαμψε τοὺς ἁγίους μαθητὲς καὶ τοὺς ἄναψε θείως ὡς πραγματικὲς λαμπάδες καὶ τοὺς ἀνέδειξε σὲ φωστῆρες ὑπερκοσμίους καὶ παγκοσμίους. Ὅπως δέ, ἂν κανεὶς ἀνάψει ἀπὸ τὴ φωσφόρο λαμπάδα ἄλλη καὶ ἀπὸ ἐκείνη ἄλλη καὶ οὕτω καθεξῆς, κρατώντας το μὲ τὴ διαδοχή, ἔχει πάντοτε τὸ φῶς μόνιμα, ἔτσι διὰ τῆς χειροτονίας τῶν Ἀποστόλων ἐπὶ τοὺς διαδόχους τῶν διαδίδεται ἡ χάρη τοῦ θείου Πνεύματος διὰ ὅλων τῶν γενεῶν καὶ φωτίζει ὅλους τους ὑπακούοντας στοὺς ποιμένες καὶ διδασκάλους.
Τὸ ἅγιο Πνεῦμα ποὺ δὲν ἀποστέλλεται μόνο, ἀλλὰ καὶ ἀποστέλλει τὸν ἀπὸ τὸν Πατέρα Υἱὸ πάνω στὴ γῆ καὶ μᾶς δίδαξε τὰ θαυμαστὰ καὶ μεγάλα. Διότι τὸ ἅγιο Πνεῦμα ἦταν πάντοτε καὶ συνυπῆρχε μὲ τὸν Υἱὸ στὸν Πατέρα, συνδημιουργῶντας στὸν καιρό τους τὰ δημιουργηθέντα καὶ συνανακαινίζοντας τὰ φθαρέντα καὶ συγκρατώντας τὰ διαμένοντα, πανταχοῦ παρὸν καὶ τὰ πάντα πληροῦν καὶ διέπων καὶ ἐφορῶν. Ὄχι μόνο παντοῦ, ἀλλὰ καὶ πάνω ἀπὸ τὸ πᾶν, οὔτε σὲ ὅλο τὸν αἰώνα καὶ τὸ χρόνο μόνο, ἀλλὰ καὶ πρὶν ἀπὸ κάθε αἰὼνα καὶ χρόνο.
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος πλ. δ’.
Εὐλογητὸς εἶ Χριστὲ ὁ Θεὸς ἡμῶν, ὁ πανσόφους, τοὺς ἁλιεῖς ἀναδείξας, καταπέμψας αὐτοῖς τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον, καὶ δι’ αὐτῶν, τὴν οἰκουμένην σαγηνεύσας, Φιλάνθρωπε δόξα σοι.
Κοντάκιον. Ἦχος πλ. δ’.
Ὅτε καταβὰς τὰς γλώσσας συνέχεε, διεμέριζεν ἔθνη ὁ Ὕψιστος· ὅτε τοῦ πυρὸς τὰς γλώσσας διένειμεν, εἰς ἑνότητα πάντας ἐκάλεσε· καὶ συμφώνως δοξάζομεν τὸ Πανάγιον Πνεῦμα.
Μεγαλυνάριον.
Ἐν πυρίναις γλώσσαις τοῖς Μαθηταῖς, ἐν τῷ ὑπερῴῳ, ὡς ὑπέσχου ἐκ τοῦ Πατρός, ἔπεμψας Σωτήρ μου, τὸ συμφυές σου Πνεῦμα, καὶ τούτους τῆς σῆς δόξης, ῥήτορας ἔδειξας.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr/gr/sid/3614/sxsaintinfo.aspx
Περιγραφή της εικόνας της Πεντηκοστής
Η εικόνα της Πεντηκοστής παρουσιάζει υπερώο. Είναι το υπερώο που έμεναν οι Απόστολοι μετά την Ανάληψη του Κυρίου. Οι Απόστολοι κάθονται ημικυκλικά. Στην κορυφή του ημικύκλιου είναι οι Πρωτοκορυφαίοι Απόστολοι Πέτρος και Παύλος. Τρίτος δεξιά του Πέτρου είναι ο Απόστολος και Ευαγγελιστής Λουκάς και απέναντι του ο Απόστολος και Ευαγγελιστής Μάρκος, τρίτος κοντά στον Παύλο. Ακολουθούν οι υπόλοιποι Απόστολοι κατά σειράν ηλικίας. Όλοι είναι ήρεμοι με γλυκεία έκφραση και στοχαστικό βλέμμα. Κρατούν ειλητάρια έκτος του Αποστόλου Παύλου, που κρατεί βιβλίο. Είναι τα σύμβολα του διδακτικού χαρίσματος, που έλαβαν από το Άγιο Πνεύμα. Μεταξύ των Πρωτοκορυφαίων διακρίνεται ένα κάθισμα κενό. Είναι η θέση του Χριστού, της θείας Κεφαλής της Εκκλησίας, την οποίαν εικονίζει η εικόνα της Πεντηκοστής.
Στο πάνω μέρος της εικόνας εικονίζεται ο ουρανός δια τμήματος κύκλου. Από αυτό εκπέμπονται δώδεκα ακτίνες φωτός, που κατέρχονται στους Αποστόλους. Στην εικόνα μας, έκτος των κατερχόμενων ακτινών, αιωρείται επάνω από την κεφαλή κάθε Αποστόλου πύρινη γλώσσα, που σημαίνει ότι γέμισαν όλοι από Άγιο Πνεύμα και απέκτησαν το χάρισμα της γλωσσολαλίας. Ο Ιωάννης ο Πρόδρομος το είχε προφητεύσει αυτό, όταν έλεγε στους ακροατές του ότι ο «οπίσω του ερχόμενος», ο Χριστός, θα βαπτίσει τους οπαδούς Του με Πνεύμα Άγιο και με το πυρ της θείας Χάριτος.
«Από κάτω του καθίσματος, πάνω στο οποίο είναι καθισμένοι (οι Απόστολοι), εικονίζεται η μορφή ενός γέροντα με στέμμα στο κεφάλι του και με οξύ στρογγυλό γένι, που κρατά με τα δύο χέρια του σινδόνι, μέσα στο οποίο φαίνονται δώδεκα ειλητάρια, δηλαδή χαρτιά τυλιγμένα. Ο γέροντας αυτός συμβολίζει τον Κόσμο, τα δε χαρτιά τους δώδεκα κλήρους που κληρώθηκε η οικουμένη να κηρυχτεί ο λόγος του Θεού από τους Αποστόλους.
Στις αρχαιότερες εικόνες της Πεντηκοστής, αντί του Κόσμου, ζωγραφίζονται κάποιοι άνθρωποι από διάφορες φυλές, ντυμένοι με παράδοξα φορέματα και γυρισμένοι κατά πάνω, σαν να ακούουν ξαφνιασμένοι το κήρυγμα των Αποστόλων, και πάνω από αυτούς ή επιγραφή ΛΑΟΙ, ΦΥΛΑΙ ΚΑΙ ΓΛΩΣΣΑΙ. Παριστάνουν δε αυτοί τους ανθρώπους από τα διάφορα έθνη, που βρέθηκαν στα Ιεροσόλυμα κατά την ημέρα της Πεντηκοστής, την ώρα που κατέβηκε το Άγιο Πνεύμα και οι οποίοι, όταν άκουσαν την βοή που έγινε από την επιφοίτηση του Παναγίου Πνεύματος, μαζεύτηκαν στο σπίτι που βρίσκονταν οι Άγιοι Απόστολοι και απορούσαν, διότι άκουαν ο καθένας στη γλώσσα του το κήρυγμα που έβγαινε από το στόμα των μαθητών του Χριστού, όπως αναφέρουν οι Πράξεις των Αποστόλων» (Φ. Κόντογλου).
Η σημασία της εικόνας.
Όπως πληροφορούμαστε από τις Πράξεις των Αποστόλων, κατά την ημέρα της Πεντηκοστής βρίσκονταν στο υπερώο περίπου εκατόν είκοσι πρόσωπα. Συνεπώς τη δωρεά του Αγίου Πνεύματος δεν έλαβαν μόνον οι Δώδεκα Απόστολοι. Όλοι οι παρευρισκόμενοι «επλήσθησαν Πνεύματος Αγίου». Επί πλέον ο Απόστολος Πέτρος στην ομιλία του κατά την ημέρα της Πεντηκοστής διαβεβαίωσε, ότι όλοι όσοι θα μετανοήσουν και βαπτισθούν, θα λάβουν «την δωρεά του Αγίου Πνεύματος». Οι εκατόν είκοσι μαθητές εκπροσωπούν όλη την Εκκλησία. Για τον βυζαντινό αγιογράφο είναι αντιπρόσωποι της Εκκλησίας όλων των γενεών και όλων των αιώνων. Αυτός είναι ο λόγος, που ενώ τα καθισμένα πρόσωπα είναι δώδεκα, ο αριθμός αυτός δεν αντιστοιχεί στους Δώδεκα Αποστόλους. Ο Απόστολος Παύλος και οι Ευαγγελιστές Λουκάς και Μάρκος, που εικονίζονται στην εικόνα, δεν ανήκαν στον κύκλο των άμεσων Μαθητών του Κυρίου.
Σε αντίθεση με τις άγιες μορφές των Αποστόλων έρχεται η συμβολική μορφή του Κόσμου. Γι’ αυτήν διαβάζουμε σε ένα κείμενο του 17ου αιώνα: «Γιατί κατά την κάθοδο του Αγίου Πνεύματος παρουσιάζεται ένας άνθρωπος καθήμενος σε σκοτεινό μέρος, κυρτωμένος από τα χρόνια, ενδεδυμένος με κόκκινο ένδυμα, με βασιλικό στέμμα επί της κεφαλής του και μ’ ένα λευκό ύφασμα στα χέρια του, που περιέχει δώδεκα γραμμένους κυλίνδρους. Ο άνθρωπος κάθεται σε σκοτεινό μέρος, επειδή η οικουμένη ήταν προηγουμένως χωρίς πίστη. Είναι κυρτωμένος από τα χρόνια, διότι είχε γεράσει από την αμαρτία του Αδάμ. Το κόκκινό του ένδυμα υποδηλώνει τις αιματηρές θυσίας του πονηρού. Το βασιλικό στέμμα υποδηλώνει την αμαρτία, που κυβερνούσε τον κόσμο. Το λευκό ύφασμα στα χέρια του με τους δώδεκα κυλίνδρους σημαίνει τους Δώδεκα Αποστόλους, που έφεραν φως στην οικουμένη με την διδασκαλία τους».
Ο Χριστός ο Θεός μας, «ο πανσόφους τους αλιείς αναδείξας», είναι «χθες και σήμερον ο αυτός και εις τους αιώνας». Για τούτο πρέπει στη προσευχή μας να Τον παρακαλούμε να μας φωτίζει και αγιάζει με το Άγιο Πνεύμα, που είναι «ο φρουρός και αγιοποιός της Εκκλησίας, ο διοικητής των ψυχών, ο κυβερνήτης των χειμαζόμενων, ο φωταγωγός των πεπλανημένων και αθλοθέτης των αγωνιζομένων και στεφανωτής των νενικηκότων» (Κυρίλλου Ιεροσολύμων, Κατήχησις 17,3).
(Χρήστου Γ. Γκότση, Ο Μυστικός κόσμος των Βυζαντινών Εικόνων, τ. Α΄, Αθήνα 1971).